Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Η ενορχηστρωμένη εικονοποιία του Σικελιανού στο ποίημα «Μήτηρ Θεού»


Το αριστουργηματικότερο ποίημα του Σικελιανού και έργο της ώριμης ηλικίας του αποτελεί κατά κοινή ομολογία το «Μήτηρ Θεού», γραμμένο το 1917. Η μουσικότητα είναι το στοιχείο, το οποίο πηγάζει ανεξάντλητο από τον πυθμένα της ποιητικής φωνής του ποιητή. Η ενορχηστρωμένη αυτή μουσική υποβλητικότητα οφείλεται στον ρυθμό των δεκαπεντασύλλαβων διστίχων, τα οποία πλησιάζουν μορφικά  την ποιητική σύνθεση του Σολωμού «Κρητικός», και στη συνεχή εναλλαγή των εικόνων, στοιχεία τα οποία παραπέμπουν σε μουσικές μελωδίες (Λίνος Πολίτης, 2009). Στο πρόσωπο της Παναγίας, και μετά τον θάνατο της αγαπημένης αδερφής του, ο Σικελιανός βλέπει τη μητέρα της ζωής και του θανάτου, μία εικόνα που φαίνεται από την μυστική σύνδεση στο ποίημα της μνήμης του Ευαγγελισμού, τους χαιρετισμούς της Θεοτόκου και το Ψυχοσάββατο των νεκρών. Ο Λίνος Πολίτης (2009) σημειώνει χαρακτηριστικά:
«Το ποίημα, μουσικά, ανεπαίσθητα περνά από την ζεστασιά των αρχικών στίχων  στην κεντρική ιδέα του θανάτου, ο πόνος της πεθαμένης αδερφής και η γλυκιά παρουσία της μάνας του Χριστού ενώνονται μυστικά, λες από πύρο χωνευτήρι συμπυκνώνεται σε μια οργανική ενότητα, από τις κορυφαίες στην ποίηση».

Επιπροσθέτως η σύνδεση χριστιανισμού και παγανισμού είναι ένα ακόμη μοτίβο, που ενυπάρχει στο ποίημα. Ο Σικελιανός, όπως παρατίθεται από τον Μario Vitti, αφουγκράζεται τον βαθύτερο πόνο των ανθρώπων και αισθάνεται υπεύθυνος για την επανόρθωση του κακού, όμως, αυτό το κακό εκλείπει σε αρκετές περιπτώσεις, όταν επιθυμεί να εκφράσει τις υπαρξιακές του ανησυχίες.

Ας περάσουμε στην έντονη και γλαφυρή εικονοποιία του ποιήματος. Ο Σικελιανός παρομοιάζει το φυσικό τοπίο με την Παναγία, εξυμνεί την ομορφιά της άνοιξης, παρακολουθεί το πέταγμα των χελιδονιών, θρηνεί για την αδερφή του Πηνελόπη, η οποία πέθανε.

και ως είδα, ετοιμοθάνατη, την όψην σου να μένει
σε τρίσβαθο χαμόγελο, λουσμένη, βυθισμένη,

γλυκά κι αν με διάταξες της πίκρας  σου να αφήσω
τον πέπλον, ολοζώντανη για να σε ζωγραφίσω

Ο Σικελιανός σαν άλλος ταλαντούχος ζωγράφος, φωτίζει τις εικόνες του. Τα μέρη του λόγου (ουσιαστικά, επίθετα, ρήματα) επιδίδονται σε αγώνα να ξεπεράσουν το ένα το άλλο, βοηθώντας στην έντονη εικονοποιία, δημιουργώντας παραστατικότητα. π.χ. πέλαο αέρινο, τα μάτια ακοίμητα, αφρός μουρμουριστός, αμμουδιά παρθένα, ανάλαφρο ποδάρι, πορφυρογέννητη ψυχή.  Οι εικόνες του έχουν λόγο ύπαρξης στο ποίημα και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι, επιλεγμένες με ποιητική σωφροσύνη. Διεγείρουν όλες τις αισθήσεις (ακουστικές, οσφρητικές, οπτικές, αφής) με ζωηρά χρώματα, δημιουργώντας παφλασμό αισθαντικής συγκίνησης στον αναγνώστη. Η Μιράσγεζι (1982) τονίζει τον έντονο πληθωρικό λυρισμό του ποιητή και επισημαίνει, ότι οι παρομοιώσεις του μας θυμίζουν την θαυμαστή έκφραση του Ομήρου.

άνεμος φύσα γλυκός, από μακρά φτασμένος,
με την γαλήνιαν ευωδία των κάμπων φορτωμένος.

Τα μύρα πλέαν ανάερα, αντίκρυζε η ψυχή μου,
όθε κι αν γύριζε, τη μυστική άθλησή μου.

Και ιδές ανθοί ανεπάντεχοι, δαφνόδεντρα και βάγια
στης γης αν ευωδάγανε τα ευλογημένα πλάγια

φλόγα γαλάζια ανάβρυζε, πήδαε πύρρη διχάλα,
και μιαν ακοίμητη δροσιά κινούσαν, να με ζώνει

Η έντονη λυρικότητα του Σικελιανού και οι καλοδουλεμένες λέξεις αναδεικνύουν με παραστατικότητα την ζωγραφική αποτύπωση του φυσικού τοπίου, επίτευγμα το οποίο επιτυγχάνεται στη «Μήτηρ Θεού». Ο ποιητής στον ζωγραφικό του καμβά χρησιμοποίει το «ποιητικό  πινέλο του» για να μας παραπέμψει σε ένα εικονοπλαστικό δημιούργημα, γεμάτο ζωντάνια, γλαφυρότητα με την υποφαινόμενη αίσθηση μίας μοναδικής αγνότητας και τρυφερότητας να ξεχειλίζει.


   και πάλι πισωδρόμισε γοργό, σα για να πάρει
   χλωμάδα μεγαλύτερην απ’το μαργαριτάρι...

   Ψυχή! Και ξάφνου, σκίζοντας το φοβερό σκοτάδι,
   η αχτίδα της το δάκρυ μου το βρήκε ωσάν πετράδι!

Όπως προαναφέραμε εικόνες που παραπέμπουν στον θάνατο της αδερφής του, οδηγούν την συγκεκριμένη ποιητική σύνθεση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι ακόλουθοι στίχοι:

Η κόρη απ’το προσκέφαλο στυλά που με κοιτάζει
τόσο ειν’ωραία, πατέρα μου, για ιδές, που με ντροπιάζει...

  Αχ, λίγο να’θελε από με τα μάτια της να πάρει,
   να’λέγα τώρα το γλυκό χερουβικό τροπάρι!»

  Μικρή ψυχούλα μίλησε στον αγγελοκρουμό της
  και με το λόγο φτέρωσε, σα χνούδι, τον καημό της!

Το απόσπασμα ολοκληρώνεται με μία εικόνα που δεν έχει σχέση με τη φύση, αλλά με την προσωπική του εμπειρία,  σύμφωνα με την οποία η ζωή μπορεί να κρύβει δυσκολίες και πίκρες, αλλά πάντα πρέπει να υπάρχει η ελπίδα για να προσδώσει χαρά στον άνθρωπο.

Ψυχή! Και ξάφνου, σκίζοντας το φοβερό σκοτάδι
η αχτίδα της το δάκρυ μου το βρήκε ωσάν πετράδι!
Ο ποιητής διαμέσου της σαγηνευτικής αυτής εικόνας μας πλημμυρίζει με μία τρυφερότητα, καθώς προσεγγίζει την ανθρώπινη υπόσταση με όλο τον σεβασμό που της αρμόζει, βλέποντας το δάκρυ, το οποίο είναι προϊόν πόνου σαν πολύτιμο πετράδι.

Βιβλιογραφία:
Πολίτης, Λ. (2009). Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
Vitti, M.  (2008). Iστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Οδυσσέας
Μιράσγεζη, Μ.(1982). Νεοελληνική Λογοτεχνία. Αθήνα

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Μαύρη επέτειος για τον ελληνισμό η 20η Ιουλίου του 1974

Πένθιμες καμπάνες ηχούν για τη μαύρη ημέρα μνήμης του ελληνισμού! Τουρκικά στρατεύματα με την κωδική ονομασία «Αττίλας» εισβάλλουν στην Κύπρο, δίχως προειδοποίηση ξημερώματα της 20ης Ιουλίου του 1974, ως δήθεν εξυγιαντές και προφασιζόμενοι την αποκατάσταση της ομαλότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία είχε διαταραχτεί από τη Χούντα των Αθηνών του Ιωαννίδη στις 15 Ιουλίου. Η προδοτική στάση της Ελλάδας στο άκουσμα της τουρκικής εισβολής αποτελεί ντροπή για τον ελληνισμό. Από την άλλη η υπέρ βωμών και εστιών αντίσταση των Κυπρίων δεικνύει ως λαμπρό παράδειγμα ηρωισμού και γνήσιου πατριωτισμού. Σήμερα ο αναβρασμός που επικρατεί στην Τουρκία μόνον θετική εξέλιξη δεν είναι, καθιστώντας την εθνική ομοψυχία, ενότητα και ετοιμότητα μονόδρομο για το έθνος μας!

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

Η Ομαδοσυνεργατική μέθοδος διδασκαλίας στη σύγχρονη εκπαίδευση


Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία καλείται η διδασκαλία κατά την οποία οι μαθητές χωρισμένοι σε μικρές ομάδες συνεργάζονται δυναμικά μεταξύ τους για την εκτέλεση μέρους ή όλων των διδακτικών και των μαθησιακών δραστηριοτήτων.
Η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία  εξελισσόμενη στα τέλη του 20ου αιώνα σε παιδαγωγικό και διδακτικό κίνημα, στηριγμένη σε στέρεες θεωρητικές θέσεις και συγκεκριμένες πρακτικές, κατέχει αξιόλογη θέση στη σύγχρονη διδακτική. Το μαθητικό δυναμικό μιας τάξης ενδείκνυται να οργανωθεί σύμφωνα με εταιρικό σχηματισμό ή ομαδικό σχηματισμό. Εταιρικά λέγονται τα δυαδικά σχήματα ατόμων και έχουν τη βάση τους στο σύστημα της αμφίδρομης, της διπολικής  επικοινωνίας, ενώ ομαδικά σχήματα ορίζονται οι σχηματισμοί ομάδων με άνω των δύο μαθητών, έχοντας κοινούς στόχους και σχέσεις αλληλεπικοινωνίας, διαμέσου συγκεκριμένων κανόνων (Ματσαγγούρας, 2004).
Όπως παρατίθεται και στο βιβλίο Θεωρία και Πράξη της Διδασκαλίας του Ματσαγγούρα (2004) τα εταιρικά σχήματα χωρίζονται σε «ανομοιογενείς συνεργατικές δυάδες»  και σε «ομοιογενείς συνεργατικές δυάδες». Η πρώτη κατά σειρά κατηγορία επιτάσσει τον συγκερασμό μιας δυαδικής ομάδας, αποτελούμενης από ένα καλό - συνεπή μαθητή και έναν λιγότερο καλό – συνεπή μαθητή. Έρευνες έχουν δείξει ότι εφόσον η γνωστική απόσταση μεταξύ των δύο μαθητών δεν είναι μεγάλη, ο αδύναμος μαθητής διατυπώνει με μεγαλύτερη ευκαιρία ερωτήσεις, χωρίς να φοβάται τον ψόγο και υποβοηθιέται από τον συμμαθητή του, ως προς την καλυτέρευση των επιδόσεών του. Αυτό γίνεται αντιληπτό αν σκεφτούμε, πώς επιδρά η δασκαλο - μαθητική σχέση, κατά την οποία ο μαθητής δεν ντρέπεται να πραγματοποιήσει ερωτήσεις. Από την άλλη έχουμε τις «ομοιογενείς συνεργατικές δυάδες», οι οποίες αποτελούνται από μαθητές ισότιμους - ομοιογενείς (με το ίδιο επίπεδο γνώσεων πάνω κάτω), έχοντας στόχο τη συνεργασία και την εκμάθηση πληροφοριών και την επίλυση προβληματικών καταστάσεων. Το σκεπτικό αυτό έχει τις απαρχές του στην φιλοσοφία του Piaget, που διατύπωσε σύμφωνα με τον Ματσαγγούρα το εξής: «Η συνεργασία οδηγεί σε συγκρούσεις, που συνεπάγονται  αναθεώρηση των αρχικών απλών σχημάτων και τον σχηματισμό ανώτερων». Εδώ παραθέτουμε το πόρισμα σύγχρονης έρευνας που αναφέρει ότι τα ομαδοσυνεργατικά σχήματα αποτελούν εναλλακτικές μορφές διδασκαλίας που  ωθούν προς μια ουσιαστικοποίηση του διδακτικού προσανατολισμού του καινοτόμου σχολείου, προσφέροντας ασφαλές πλαίσιο για την κοινωνικογνωστική ανάταση του μαθητή.
Η οργάνωση των μαθητών σε ομάδες συνιστά μία απαιτητική διαδικασία, η οποία προϋποθέτει κατάλληλη γνώση των προσωπικών ιδιαιτεροτήτων, καθώς και της γνωστικής αφομοίωσης εννοιών του κάθε μαθητή από τον εκπαιδευτικό. Κάποιοι εξίσου σημαντικοί παράγοντες που οφείλεται να λαμβάνονται υπόψη από τον δάσκαλο και τονίζονται από τον Κανάκη (1987) είναι τα εποπτικά μέσα, οι στόχοι, τα ενδιαφέροντα και ο προσδιορισμός των αναγκών των μαθητών. Έχει υπερισχύσει η άποψη, ότι ο χωρισμός των μαθητών σε ομάδες είτε  ομοιογενείς είτε ανομοιογενείς δεν παίζει τόσο ζωτικής σημασίας ρόλο (Κανάκης, 2006). Τα κριτήρια ως προς το χωρισμό είναι ασταθή και ορίζονται από την γνώση και την εμπειρία του δασκάλου. Εκεί που πρέπει να δοθεί προτεραιότητα είναι στις μεταβλητές, τις οποίες θα κάνει χρήση ο δάσκαλος, άσχετα με το αν έχουμε να κάνουμε με ομοιογενείς ή ανομοιογενείς ομάδες. Μεταβλητές θα μπορούσαν να θεωρηθούν το επίπεδο  μόρφωσης των μαθητών, οι συμπάθειες και οι αντιπάθειές τους προς τα παιδιά με τα οποία θα κληθούν να συνεργαστούν, η αντιληπτική τους ικανότητα. Σε πρώτο επίπεδο η αίρεση των μαθητών προς συνεργασία με άτομα τα οποία οι ίδιοι επιλέγουν θα αποτελούσε ορθή λύση. Εν συνεχεία σε περίπτωση που προκύψουν δυσλειτουργίες στην συνεργασία των ομάδων των μαθητών, ο δάσκαλος, όπου κρίνει αυτός σκόπιμο, ανάλογα με τις διαφορές στην επίδοση ατόμων και ομάδων, συμπάθειες και αντιπάθειες να έχει παρεμβατικό ρόλο και να προβαίνει στον ορθό επαναχωρισμό τους. Σχετικές έρευνες τα τελευταία πενήντα έτη καταδεικνύουν ότι καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται με τις μεταβλητές ομάδες (δηλαδή αυτές των οποίων η σύνθεση δε μένει συνέχεια σταθερή), είτε αυτές είναι ομοιογενείς είτε όχι. (Κανάκης, 2006).
Μπορεί όμως και οι ομοιογενείς ως προς την επίδοση ομάδες  να είναι περισσότερο αποτελεσματικές κατά την επανορθωτική  διδασκαλία που ακολουθεί ένα κριτήριο αξιολόγησης. Ο δάσκαλος μπορεί να ομαδοποιήσει  τους μαθητές του σε ομοιογενείς ομάδες, ανάλογα με τα κενά που παρουσιάζουν, έτσι ώστε  να τους βοηθήσει πιο αποτελεσματικά. Πάντως, έχει βρεθεί ότι οι ανομοιογενείς ως προς την επίδοση ομάδες που συγκροτούνται με γνώμονα τις συμπάθειες μεταξύ των μαθητών ωφελούν περισσότερο τους αδύνατους μαθητές, χωρίς να παραβλάπτουν τις επιδόσεις των καλών μαθητών (Κανάκης 1987).        
Με την Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία δημιουργείται το  κατάλληλο πλαίσιο για ένα ευαγές ψυχολογικό κλίμα, το οποίο οδηγεί αναπόφευκτα στη μείωση των επιπέδων σχολικού άγχους αλλά και του φόβου της αποτυχίας των μαθητών, καθιστώντας τους πιο σίγουρους για τους εαυτούς τους (Κοσσυβάκη 2006). Οι τάξεις παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό συνεκτικότητας και οι μαθητές αισθάνονται την αποδοχή του δασκάλου τους και των συμμαθητών τους,  την ελευθερία παρουσίασης των σκέψεών τους και ότι με την πάροδο του χρόνου γίνονται περισσότερο ανεξάρτητοι και υπεύθυνοι.
Η μέθοδος της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας στην εκπαίδευση θα μπορούσε να βρει τον ρόλο της σε ένα σύγχρονο και καινοτόμο σχολείο, το οποίο ενδιαφέρεται για την ισόρροπη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των μαθητικών ικανοτήτων.

Βιβλιογραφία:
Κανάκης, Ι. (1987). Διδασκαλία-Μάθηση με ομάδες. Αθήνα.
Κανάκης, Ι. ( 2006). Η Οργάνωση της Διδασκαλίας-μάθησης με ομάδες εργασίας: θεωρητική θεμελίωση και πρακτική εφαρμογή. Αθήνα: Τυπωθήτω.
Κοσσυβάκη, Φ. (2006). Κριτική Επικοινωνιακή Διδασκαλία - Κριτική προσέγγιση της Διδακτικής Πράξης. Αθήνα: Gutenberg.
Ματσαγγούρας, Η. (2004). Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και μάθηση, Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρης.


Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Προτεινόμενες προσεγγίσεις για τη διδακτική αξιοποίηση της Λογοτεχνίας στο πλαίσιο της τάξης


Η αξιακή  ποιότητα της Λογοτεχνίας έγκειται στο γεγονός, ότι ασκεί καθοριστική επιρροή στη τρυφερή παιδική ηλικία των μαθητών, προσφέροντας τα απαραίτητα εφόδια για πολύπλευρη ανάπλαση της προσωπικότητας, κώδικα αξιών, κριτικό αναστοχασμό, σκεπτική αλληλουχία, πολιτισμική και πολιτιστική συνείδηση.
Η παραγωγική της προσφορά στο μαθητή είναι αναντίλεκτη, όμως ποιος είναι ο ορθός τρόπος διδασκαλίας αυτής;  Πως ο καθηγητής θα φέρει το νέο διαμέσoυ αυτής  σε στενή επαφή με τα πνευματικά δημιουργήματα και την ανθρώπινη πορεία στο διάβα των χρόνων, έτσι ώστε να αποκτά βιωματικές εμπειρίες εμμέσως, να διαπιστώνει και κατασκευάζει κρίσεις, υποθέσεις, σκεπτική αλληλουχία; 
Η συνδιαλογή του νέου με το Βιβλίο είθισται να είναι τυπική μένοντας σε αναγνωστικό επίπεδο και για αυτή την κατάσταση έχει καθοριστικές ευθύνες η εκπαιδευτική στόχευση σε συνάρτηση με την αδιαφορία των εκπαιδευτικών. Τουναντίον απαιτείται μία σχέση παραγωγική μεταξύ παιδιού - Βιβλίου, περνώντας στο επίπεδο της προσωπικής δημιουργίας, όπου ο νέος δύναται να αναπνεύσει ανθρωπιά, και εν τέλει να επανδρωθεί με «ηθικοπνευματική αρματωσιά». Για να φτάσουμε ,όμως, σε αυτό το αποτέλεσμα απαιτείται ο δάσκαλος- καθηγητής να πλησιάσει το λογοτεχνικό κείμενο με συνδυαστικό τρόπο, τόσο μέσω των ερμηνευτικών προσεγγίσεων, όσο και των υποκειμενικών - ψυχαναλυτικών προσεγγίσεων. Σύμφωνα με τον Πολίτη (2015): «Τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις ενδιαφέρουν η φύση και οι δυνατότητες της ανάγνωσης ως ερμηνείας, ενώ οι υποκειμενικές-ψυχαναλυτικές δίνουν προτεραιότητα στο ατομικό και στο ιδιότυπο της αναγνωστικής εμπειρίας». Ο μαθητής αρχικά θα πρέπει να αγαπήσει την ανάγνωση και εν συνεχεία να αποκτήσει μία προσωπική αναγνωστική εμπειρία. Για να γίνει πράξη αυτό, ο καθηγητής οφείλει να προσεγγίσει το λογοτεχνικό κείμενο στην τάξη με βάση τις υποκειμενικές - ψυχαναλυτικές θεάσεις. Ο μαθητής τοιουτοτρόπως προσπαθεί, καθοδηγούμενος πάντα από τον καθηγητή- επόπτη, να αντιληφθεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο την ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου και να βγάλει τα προσωπικά του συμπεράσματα, χωρίς να επηρεάζεται από τη νόρμα. Η ψυχαναλυτική - υποκειμενική αναγνωστική θεωρία ταυτίζεται με τις σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες μάθησης που βλέπουν το δάσκαλο συνεργάτη του μαθητή  και το μαθητή συνδημιουργό της γνώσης. Ωστόσο, αυτό  προϋποθέτει και μία σχετική αναγνωστική εμπειρία, να έχει έρθει σε επαφή με ένα όγκο λογοτεχνικής παραγωγής για να μπορέσει να διατυπώσει προσωπικές γνώμες για ένα κείμενο. Εδώ έρχεται σε βοηθητικό επίπεδο η ερμηνευτική προσέγγιση, με στόχευση να διαπλάσει και να διαμορφώσει αναγνωστική κουλτούρα, εφόσον εστιάζει στη φύση και στις δυνατότητες της ανάγνωσης ως ερμηνεία, σε ένα κοινό πλαίσιο, το οποίο έχει ήδη διαμορφωθεί και δεν αλλάζει. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, τον σταθερό θεμέλιο λίθο που προκύπτει από την ερμηνευτική προσέγγιση του λογοτεχνήματος, ο καθηγητής θα πρέπει να συνεπικουρήσει στη δημιουργία και μιας προσωπικής από το μαθητή στοχευμένης ερμηνείας. Η καλλιέργεια της οποίας θα επιτευχθεί, με την θέαση του αναγνώστη ως αναδημιουργού, όπως έχει επισημάνει ο Ηοlland (2000). Στόχο κυρίαρχο, ωστόσο, αποτελεί η αγνή αγάπη του νέου για το βιβλίο, η προσωπική συναισθηματική συνδιαλογή του αναγνώστη-μαθητή με το κείμενο. Αυτή η στόχευση επιτυγχάνεται με την αισθητική ανάγνωση των λογοτεχνικών κειμένων από τους μαθητές. Ο μαθητής αποκτά βιωματικές εμπειρίες, χωρίς να είναι κυρίαρχες πάνω στο τρόπο αντίληψής του. Το απότοκο είναι μία ενεργητική συμμετοχή του αναγνώστη, το οποίο θεωρείται και ζητούμενο (Πολίτης, 2015).  

Συμπερασματικά, διατεινόμαστε ότι και οι δύο προαναφερθείσες τεχνικές προσέγγισης ως διδακτικές μέθοδοι είναι εξίσου σημαντικές, ως προς τη δημιουργία ενός μαθητή-αναγνώστη με αναπτυγμένη την κριτική ικανότητα και την απρόσκοπτη «ερωτική» επικοινωνία με το λογοτεχνικό δημιούργημα.

Βιβλιογραφία

Πολίτης, Δ. (2015). Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Τμήμα Παιδαγωγικών Σπουδών, σημειώσεις του μεταπτυχιακού μαθήματος (544): Θεωρία και Κριτική της λογοτεχνίας. Κύπρος: Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

Holland, N. (2000). Η ανθρώπινη ταυτότητα. Στο Λεοντσίνη, Μ. (επιμ.) Όψεις της ανάγνωσης. Αθήνα: νήσος.