Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

Το «κέντημα – ψηφιδωτό» της αρχαιοελληνικής πνευματικής συνέχειας στο Βυζάντιο μέχρι τις μέρες μας



Το ταξίδι για την Υψηλή Τέχνη είναι δύσκολο και χρονοβόρο, αλλά όπως κάθε ταξίδι τόσο απολαυστικό και σαγηνευτικό, με λαμπρούς σταθμούς και με πυξίδα το όραμα, δεικνύει πάντοτε  κόσμους ιδεατούς, αγγελικά πλασμένους που η πραγματικότητα καταβροχθίζει μανιωδώς, ζηλεύοντας τη φυγή προς το άγνωστο, μένοντας παράλληλα προσκολλημένη στη ρηχότητα της σκέψης, συντηρώντας συν τοις άλλοις μία παγιωμένη στρεβλή κατάσταση, που έχει απωλέσει την ονειροπόληση, φοβούμενη, μήπως το όνειρο βγει αληθινό και χαθούν τα συμφέροντα που εξυπηρετεί. Πώς να εξηγηθεί αλλιώς η αδιαφορία και η πολεμική για την Υψηλή Τέχνη των αρχαιοελληνικών και Βυζαντινών διδαγμάτων, τα οποία  αποτελούν κομμάτια της ελληνικής ιστορίας μας;
Το αν οι σημερινοί Έλληνες δικαιούνται να φέρουν επάξια τον βαρύ τίτλο των συνεχιστών των αρχαίων Ελλήνων είναι ένα θέμα προς συζήτηση, αν σκεφτούμε τη σημερινή βαλτωμένη διαμορφωμένη πραγματικότητα σε θέματα παιδείας, πολιτισμού, ήθους. Η Ελλάδα του τώρα δε θυμίζει σε τίποτα την άλλοτε ένδοξη αρχαιοελληνική ιστορία. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δε συνεπάγεται ασυνέχεια της ελληνικής ταυτότητας και συνείδησης στο διάβα των χρόνων. 
Το κατά κάποιους αυτοχαρακτηριζόμενους σκαπανείς του πνεύματος δόγμα περί «φαντάσματος - ανυπαρξίας» της αρχαιοελληνικής πνευματικής και φυλετικής συνέχειας της ελληνικότητας στο Βυζάντιο μέχρι τις μέρες μας, όπως είναι οι θεωρίες των Fallmeyrayer, R. Jenkis, Mango, αποτελεί ένα οικοδόμημα χωρίς βάση, το οποίο αιωρείται. Τα έωλα  επιχειρήματά τους δε στηρίζονται στην επιστημονική δεοντολογία, αλλά σε κατευθύνσεις ξένων κέντρων αποφάσεων με σκοτεινά συμφέροντα, που αντιμάχονται την επιστημονική τεκμηριωμένη κρατούσα αντίληψη περί «συνέχειας του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και της ολόλαμπρης ελληνικής και Ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως των Ελλήνων του σήμερα».  Άλλωστε πολλοί επιστήμονες έχουν αντικρούσει ένα προς ένα τα επιχειρήματά τους, όπως είναι οι Αρνάκης, Βακαλόπουλος, D. Nicol, Βρυώνης, R. Browining. Ειδικά ο Βrowining (1966) απέδειξε με περίτρανο και πασιφανή τρόπο τη συνέχεια της φιλοσοφίας, της ιστορίας και του πολιτισμού της ελληνικής ταυτότητας στο Βυζάντιο. To νήμα έλαβε ο Vrionhs(1978) θέτοντας το ζήτημα στη βάση ότι οι Βυζαντινοί δεν ανακάλυψαν το αρχαιοελληνικό παρελθόν του 4ου π.Χ. και 5ου αιώνα των κλασικών χρόνων (πράγμα που αυτό θα συνηγορούσε σε μία ασυνέχεια της ελληνικότητας από την αρχαιότητα ως τη Βυζαντινή εποχή, όπως έγινε κατά την Αναγέννηση), αλλά παρέλαβαν τον πολιτισμό της κλασικής Ελλάδος σε μετεξελιγμένη παρουσία, δίνοντάς του στη συνέχεια μία νέα μορφή. Αυτό το γεγονός από μόνο του δύναται να καταδείξει με σαφήνεια και να συνηγορήσει υπέρ της συνέχειας του ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού.
Πολλοί ερευνητές χαρακτηρίζουν τη Βυζαντινή περίοδο, ως μία εποχή σκοταδισμού και βαθιά παρακμιακή, παρερμηνεύοντας τα μέχρι τότε φιλοσοφικά κείμενα. Αυτό που συνέβη εκείνα τα χρόνια ήταν μία μεταπήδηση σε μία νέα πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα στο πλαίσιο μιας μεγάλης αυτοκρατορίας, μία μετάβαση σε μία νέα τάξη πραγμάτων, όπως θα λέγαμε στη σύγχρονη κοινωνία μας. Τα ενδιαφέροντα των στοχαστών ξεκίνησαν να διαφοροποιούνται πιο νωρίς κατά την ελληνιστική περίοδο με την κυριαρχία των Σοφιστών και της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας. Η εξέλιξη αποτελεί ένα γεγονός ανεμπόδιστο, καθώς το νέο γίνεται παλιό και αποζητά τη μετεξέλιξή του σε μία νέα μορφή ζωογόνα, η οποία και αυτή με τη σειρά της θα ψάξει για μία νέα επίγεια ζώσα ύπαρξη, με άλλα λόγια αυτό που λέει ο λαός μας, η ζωή συνεχίζεται. Αυτή είναι η ομορφιά της ζωής και αυτή η ζείδωρη ελληνική φιλοσοφία ταξίδεψε μετεξελιγμένη, αλλάζοντας ενδύματα στο διάβα των χρόνων. Έτσι έχουμε την μεταστροφή του ενδιαφέροντος των βυζαντινών στοχαστών προς θέματα, τα οποία δεν απασχολούσαν στο παρελθόν. Σύμφωνα με τον Νιάρχο (1996) οι Βυζαντινοί αντιλαμβανόμενοι τη βαρύτητα της αρχαιοελληνικής σοφίας, που τους έπεσε ως κλήρος, κατόρθωσαν να την εκμεταλλευτούν οικοδομώντας λαμπρό λόγο και συνθέτοντας παράλληλα τα επιτεύγματα της αρχαιοελληνικής σοφίας με τα μηνύματα της χριστιανικής πίστης. Ως απότοκο αυτού του συνδυασμού προήλθε ο βυζαντινός ανθρωπισμός, ο οποίος αποτέλεσε το υπόβαθρο για τη φυγή προς τα εμπρός και τη μετέπειτα εξέλιξη του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού (Νιάρχος, 1996).
Συμπερασματικά διαφαίνεται ότι οι Βυζαντινοί διατήρησαν ακεραία την αρχαιοελληνική οπτική του κόσμου, η οποία στρέφει το ενδιαφέρον της στον άνθρωπο στο πλαίσιο ενός οικουμενικού όντος, επηρεαζόμενη κατά πολύ από τον πλατωνισμό και κυρίως από τον νεοπλατωνισμό. Σε εποχές βαθιάς κοινωνικής κρίσης και ηθικοπνευματικής αποτελμάτωσης, όπως είναι αυτές που διανύουμε, η στροφή στο απάνεμο λιμάνι των ριζών και των παραδόσεών μας, αποτελεί το μόνο ασφαλές καταφύγιο για να εξοπλιστούμε και εν συνεχεία να ταξιδέψουμε προς τα εμπρός, γνωρίζοντας από που κρατάμε, για να φτάσουμε ακόμη μακρύτερα την ιστορική κληρονομιά μας, εμπλουτισμένη με σύγχρονα επιτεύγματα.

Βιβλιογραφία:

Browning, R.(1966), Greece: Ancient and Medieval, Inaugural Lecture at Birbeck College, London: passim
Sp. Vryonis,(1978)«Recent Scholarship on continuity and discontinuity of culture: classical Greeks, Byzantines, Modern Greeks»εντουαυτού the «Past» in Medieval and Modern Greek Culture, Malibu,
Κωνστντίνος Γ. Νιάρχος (1996)Η ελληνική φιλοσοφία κατά την Βυζαντινή της περίοδονΑθηνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

Περιπλανώμενος προς αναζήτηση λησμονημένων αξιών


Η περιπλάνηση, όταν δεν είναι άσκοπη, αποτελεί μία διαδικασία λυτρωτική, άκρως ζωογόνα για την κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης, ίσως και για την επιζήτηση μιας στροφής, όταν η κοινωνία έχει βρεθεί σε τέλμα. Ο Ομηρικός Οδυσσέας, θα γινόταν ξακουστός, αν δε περιπλανιόταν στις άγνωστες θάλασσες, αν το ταξίδι του δεν ήταν ριψοκίνδυνο και τα νερά τρικυμισμένα, αν δεν τα έβαζε με Θεούς και Δαίμονες για να επιστρέψει στην αγαπημένη του Ιθάκη και τη γυναίκα του Πηνελόπη; Πόσοι δεν περιπλανηθήκαμε, στα άδυτα των ψυχών μας, σε ταξίδια ονειρικά, τα οποία ποτέ όμως δεν έγιναν πράξη, με τον φόβο μήπως χάσουμε τη βαλτωμένη και συνεχώς σαπισμένη σιγουριά μας;  Προδώσαμε τις πατρίδες, τα ιδανικά μας, τις αξίες μας για αυτή τη μίζερη σιγουριά, η οποία αποτέλεσε δυνάστη της ψυχής μας και το αποτέλεσμα ήταν να φανεί η γύμνια του Βασιλιά. Μία μπέρτα δεν αρκεί για να καλύψει την απογυμνωμένη ανθρωπότητα, η οποία πορεύεται με δανεικά ιδανικά, παρηκμασμένες αξίες, λασπωμένα όνειρα, ξεχαρβαλωμένα οράματα, στερημένα από ανθρωπισμό. Σφετεριστές έκλεψαν τους θρόνους και οδήγησαν, όχι σε περιπλάνηση, αλλά σε αποπλάνηση. 
Και μεταξύ όλης αυτής της τραγικής πραγματικότητας ένας νέος ονειρεύεται, περπατά στην εξοχή, στις παραλίες, στις πόλεις, παραμιλά στον πυρετό του, μονολογώντας ότι κάπου είδε, στον ύπνο του ή στον ξύπνιο, δε θυμάται ακριβώς, έναν κόσμο δίκαιο, όπου η αξιοκρατία κυριαρχούσε, πρυτάνευε η λογική, κάλπαζε η αυτοκριτική και όλα ήταν αγγελικά πλασμένα, τόσο θεϊκά δομημένα που ανάβλυζαν οι καρποί της ανθρωπιάς και της ειρήνης. Ο νέος αυτός υπερασπίζεται την ελευθερία, δεν είναι στρατευμένος σε τίποτα και έτσι συνεχίζει να ονειρεύεται και να περιπλανιέται. Είναι άνθρωπος απλός, της βιοπάλης, ακούραστος για ταξίδι στο χωροχρόνο των ιδανικών. Δεν πτοείται από τους ανερμάτιστους ανθρωπάκους, οι οποίοι τον χλευάζουν και προσπαθούν να του ανακόψουν το ταξίδι προς περιπλάνηση. Τουναντίον προσπαθεί να τους συνετίσει, αλλά ματαιοπονεί. Ταξίδι χωρίς σταματημό… κομμάτι - κομμάτι, συνθέτει ένα τραγούδι, ύμνο στις αρχές της αδελφοσύνης. Αυτά που υπερασπίζεται δεν είναι το τομάρι του, δεν είναι η βόλεψή του, αλλά τα ανθρώπινα, τη ζωή, τον έρωτα, τις αξίες που καθημερινά  φυτρώνουν σε μέρη ανοίκεια, όπως σε χαραμάδες τοίχων, σε πεζοδρόμια, πνιγμένα σε μία πεζή καθημερινότητα. Οι κουβέντες του είναι ξεκάθαρες, δεν κρύβουν δόλο, ούτε ίχνος φιλαρέσκειας, τουναντίον διακατέχονται από μία θλίψη για το κατάντημα της κοινωνίας. Η συνείδησή του έρχεται να μας ελέγξει, να μας γεμίσει ενοχές, που ερωτοτροπήσαμε με κάλπικους παραδείσους,  που γευτήκαμε την απληστία και την κρατήσαμε σιμά μας, που γίναμε πιο φαύλοι και από τους φαύλους αυλικούς, που δώσαμε ελαφρυντικά στις αποτρόπαιες πρακτικές, νομοθετώντας τες. Μία ξιπασμένη κοινωνία και απέναντι της ένας νέος στέκεται όρθιος και δίνει μάχες… δε δειλιάζει, δε φοβάται, τουναντίον οι κυκλοθυμίες του ασκούν ταραχή σε όλους μας. Θα πρέπει να σωπάσουμε για να τον αφουγκραστούμε, αφού μιλάει χαμηλόφωνα, αλλά κατευθείαν στο θυμικό μας, χωρίς να επιχειρηματολογεί, χωρίς να μηχανεύεται τερτίπια. Η συνάντηση μαζί του, κάποιες φορές γλυκιά, άλλες ενοχλητική, άλλες εξοργιστική, μα λέει αλήθειες, αυτές τις αλήθειες που φοβόμαστε να αντικρίσουμε κατάματα, αυτές που κουκουλώσαμε με τόσα αισχρά ψέματα για να μη φανεί η παρακμή. Τόσο συνταρακτικές είναι! Και η απάντηση σε αυτές τις αλήθειες από την πλευρά του άσπλαχνου κόσμου, είναι ο χλευασμός, οι φωνασκίες, οι ύβρεις, μόνο και μόνο για να  πονέσουν αυτόν που τους ξεγύμνωσε τον κίβδηλο βασιλιά, όμως, ο πόνος αυτός μετουσιώνεται σε αγάπη από την πλευρά του νέου. Και αυτός ο νεαρός ανακράζει: «Σήμερα είμαι ένας άνθρωπος, ένας πονεμένος άνθρωπος, που νιώθω ότι από το είναι μου ξεχύνεται αγάπη». Πώς λέγεται αυτός ο νέος; Δεν ήθελε να αποκαλύψει το όνομά του, το μόνο που ήθελε ήταν να περιπλανηθεί, να ωθήσει και άλλους νέους στο ταξίδι της περιπλάνησης, να βρει συνοδοιπόρους στο ταξίδι του…
Υ.Γ.: Οι «ωραίοι» νέοι είναι πολλοί και αυτοί αποτελούν τη μόνη ελπίδα μιας κοινωνίας που έχει προσκολληθεί σε σαθρές νοοτροπίες. Τους νέους αυτούς μη τους φοβάστε, να τους χαίρεστε και κάποτε με το φως της καθαρότητας της ψυχής τους θα φωτίσουν ολάκερη την οικουμένη. Έως τότε υπομονή…