Σάββατο 28 Μαΐου 2016

Δε βαριέσαι…πειράζει και μάλιστα ανεπανόρθωτα πολύ!


                       

Μία ωραία πρωία αποφασίστηκε η κατάργηση της διδασκαλίας του μαθήματος Περικλέους «Επιτάφιος». Και είπαμε: «Δε βαριέσαι, τι πειράζει;» Αυτό το υπέροχο μήνυμα ότι θα πρέπει να βασιζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις και να μη στεκόμαστε μόνον στα επιτεύγματα των προγόνων μας, ποιος δάσκαλος δύναται να το διδάξει, αν αυτό δε γίνει βιωματικά διαμέσου του συγκεκριμένου μαθήματος; Ακολούθησε η ιστορική διαστρέβλωση με δήλωση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων για εθνοκάθαρση του Ποντιακού ελληνισμού. Και είπαμε: «Δε βαριέσαι, τι πειράζει;»  Πολιτικά χείλη χαρακτήρισαν τα Σκόπια ως Μακεδονία και πάλι σιγοψιθυρίσαμε  «Δε βαριέσαι, τι πειράζει;» Προτείνουν τη κατάργηση των Θρησκευτικών, της πρωινής προσευχής στα σχολεία,  των Εθνικών μας παρελάσεων και πάλι η ίδια αμήχανη αντίδραση: «Δε βαριέσαι, τι πειράζει;» Ακολουθεί η πρόταση για κατάργηση του μαθήματος των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο και όλα καλά: «Δε βαριέσαι, τι πειράζει;»   
Νους υγιής εν σώματι υγιεί, ευ αγωνίζεσθαι, κύκνειον άσμα, τα παιδία παίζει, γνώθι  σαυτόν, έπεα πτερόεντα, ευ ζην, μολών λαβέ, από μηχανής θεός, γόρδιος δεσμός, το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού, μη μου άπτου, καινά δαιμόνια, πάση θυσία, αποτελούν μερικές από τις αρχαίες φράσεις, οι οποίες έχουν διασωθεί και έχουν ενσωματωθεί στη νεοελληνική γλώσσα. Είναι πραγματικά ανατριχιαστικά αξιοθαύμαστο το δέος που μας προκαλεί η σκέψη, ότι λέξεις σαν και αυτές, πέρασαν από γενιά σε γενιά, από στόμα σε στόμα, από τους αρχαίους προγόνους μας,  μένοντας άφθαρτες ανά τους χρόνους και χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα.
Αν σκεφτούμε ότι η πληθώρα των λέξεων της νεοελληνικής γλώσσας έχει τις ρίζες της στην αρχαία ελληνική γλώσσα, είναι εύλογο να συνειδητοποιήσουμε την αξία που έχει η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στους μαθητές. Μέσω της διδαχής των αρχαίων ελληνικών κατανοούν οι μαθητές τη γλωσσική συνάφεια των δύο γλωσσών και αποκτούν μία πληρέστερη εικόνα για την τωρινή γλώσσα που ομιλούν. Αδιαπραγμάτευτη πρέπει να θεωρείται η μελέτη και η εξοικείωση μας με το παρελθόν μας γιατί, μόνον γνωρίζοντας την αρχαία ελληνική, γινόμαστε σωστοί χρήστες της νεοελληνικής, χωρίς να την «κακοποιούμε» Συν τοις άλλοις, ο εκπολιτισμός της Δύσης τελεσφόρησε χάρις στο υπόστρωμα που προσέφερε απλόχερα ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός με την ανάδειξη του ανθρώπινου στοιχείου ως το πολυτιμότερο διαμάντι. Οι Δυτικοί τουλάχιστον εκτίμησαν την αρχαιοελληνική προσφορά, τα αρχαιοελληνικά διδάγματα και διδάσκουν το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών στα σχολεία των χωρών τους ως έναν ελάχιστο φόρο τιμής σε αυτή την προσφορά. Και όχι μόνον αυτό, αλλά σε πολλά μαθαίνουν να ομιλούν και την αρχαιοελληνική γλώσσα.
Από την άλλη εμείς είμαστε δήθεν προοδευτικοί, «Ελληναράδες» κατ’ άλλα, εμποτισμένοι με περίσσεια ξιπασιά μεν, χωρίς κανένα ίχνος αυτοκριτικής δε.. Δε βαριέσαι, όμως, τι πειράζει που θα ξεκοπούμε από τις παραδόσεις μας, που θα ασπαστούμε έναν μηδενισμό στις αξίες μας, στα πιστεύω μας, στα ήθη μας; Με τι μαγιά θα συνεχίσει να πορεύεται η πατρίδα μας; Θα παραδώσουμε τίποτε όρθιο στις επόμενες γενιές, αν φυσικά υφιστάμεθα ως κράτος; Λησμονήσαμε τα λόγια του νομπελίστα ποιητή μας Σεφέρη: «Σβήνοντας ένα κοµµάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις και ένα αντίστοιχο κοµµάτι από το μέλλον».

Η καθοδική πορεία της χώρας μας ολοφάνερη, δεν δύναται να κρυφτεί, ούτε να ωραιοποιηθεί πίσω από λόγια πομπώδους ρητορικής. Η ιστορική μας συνέχεια και η ελληνική συνείδηση καλύπτει τρεις χιλιετηρίδες, γεγονός το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα πιο λαμπρά θαύματα στην ιστορία της οικουμένης. Δυστυχώς, αυτό το θαύμα υποδαυλίζεται και μάλιστα εκ των έσω.  Αυτός είναι ο σεβασμός στην ιστορία μας! Αλλά δε βαριέσαι…πειράζει και μάλιστα ανεπανόρθωτα πολύ!

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Λογισμοί στο φως της Παιδείας


Ο αείμνηστος Ευρωπαίος παδαγωγός  Ζαν Ζακ Ρουσσώ, στο πολυδιαβασμένο του βιβλίο με τίτλο «Ο Αιμίλιος»,  μέσα από  τη φράση του «Ο Ίκαρος  έκαψε τα φτερά του στον  Ήλιο μα δεν πέθανε. Είδε το φως του κι έγινε αθάνατος. Γίνου κι εσύ το φως της Παιδείας», δίνει την πιο ωραία συμβουλή για κάθε εποχή: Στο  φως της Παιδείας υπάρχει το μυστικό της αθανασίας του ανθρώπου.    
        Η Παιδεία  ελευθερώνει τον άνθρωπο, του δείχνει τον δρόμο της ηθικής του υπεροχής, τον προτρέπει στην ορθή εκτίμηση των δυνατοτήτων του, του διδάσκει  τα ιδανικά  της Δημοκρατίας,  τον φέρνει κοντά στον Θεό, τον ετοιμάζει για την αιωνιότητα και τον συναδελφώνει με όλους τους ανθρώπους. Κεραυνοβολεί τους συκοφάντες που στην πατρίδα μας αφθονούν κι αποτελούν τη μόνιμη πληγή του δημόσιου και ιδιωτικού βίου της χώρας μας.
          Οι αδίστακτοι σκοταδιστές δεν έχουν φτερά να υψωθούν. Κρυφοκοιτάζουν τη σκιά. Όσοι αγαπούν την Παιδεία δεν είναι σκιά, αποστασιοποιούνται από τα ζιζάνια που φυτρώνουν με σπόρους της Δύσης, τους δήθεν νεωτεριστές, που εισάγουν από τη Δύση «κοινά δαιμόνια» και  διαφθείρουν τους νέους της σημερινής κι αυριανής Ελλάδας. Περνάει κρίση η γλώσσα μας, το έθνος μας, και η Ορθοδοξία μας. Η αιδώς, η δίκη, η δικαιοσύνη, κυνηγημένες άλλαξαν στρατόπεδο.
         Η Ελληνική Παιδεία είναι προορισμένη να έχει την αρετή στο στόχαστρο της πορείας της. Κι όσοι βαδίζουν τον δρόμο αυτό , μόνο αυτοί θα φωτιστούν από το φως της και θα υψωθούν πάνω από τα κοινά της ανθρώπινης μοίρας. Η αρετή έχει μέσα της τον σπόρο της αιωνιότητας. Είναι μακρύς και τραχύς, αλλά ωραίος ο δρόμος για αυτούς που υπόσχονται να ενσταλάξουν στις ψυχές των παιδιών την πνοή του αιώνιου. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι  από τους  δασκάλους μας, που έχουν πάντοτε  στο νου τους ότι αγωνίζονται για τον άνθρωπο, τον υπέροχο αυτόν ήρωα, που στην αδυναμία του να σταθεί όρθιος, πλάι στον Θεό, χρειάζεται βοήθεια, που προσφέρεται μόνο από εκείνους που λούζονται στο φως της Παιδείας. Χρέος τιμής σε αυτούς που διακονούν στην Παιδεία, την κοινωνία, την Εκκλησία.
           Διερωτήθηκε, όμως, κανένας σήμερα, γιατί το σύμβολο της Ελληνικής Παιδείας, η Θεά Αθηνά,  κρατάει δόρυ και φοράει κράνος;  Όπως είναι γνωστό, πρώτη αρετή για τους αρχαίους Έλληνες ήταν η ανδρεία, γιατί χωρίς αυτή δε θα είχαν ελευθερία. Το Πνεύμα (ο Λόγος), που συμβολίζει η Αθηνά, αναπνέει ελευθερία για να ανδρωθεί καθώς και η ελευθερία αναπνέει ανδρεία για να υπάρχει. Οι τρεις αυτές μεγάλες αξίες, Πνεύμα -Ελευθερία - Ανδρεία , αποτελούν αδιαίρετη τριάδα για την Ελληνική Παιδεία, όπως η ζωή, το φως και ο ήλιος για την Ελλάδα. Μια Αθηνά χωρίς δόρυ και κράνος θα συμβόλιζε έναν λαό με πνευματικές αξίες, που όμως, χωρίς την αρετή της ανδρείας, δε θα μπορούσε ο λαός να επιβιώσει στο φυσικό περιβάλλον του. Αν δεν μπορεί ο λαός να αντιτάξει βία στη βία, είναι καταδικασμένος να πεθάνει.
       Παρά ταύτα , η Παιδεία διαθέτει δύο ακατάλυτες θεσμικές δυνάμεις: τον παιδαγωγικό και τον  πολιτικό λόγο. Αυτές εκφράζουν  το « δέον  γενέσθαι», που για τον παιδαγωγικό λόγο είναι το κοινό συμφέρον των νέων , ενώ για τον πολιτικό λόγο είναι το κοινό συμφέρον των πολιτών. Η Παιδεία με τις δύο αυτές δυνάμεις είναι σε θέση να συμβιβάζει το παρελθόν και το μέλλον σε ένα καλοβίωτο κι ευκολοβίωτο παρόν.  
       Η πλειονότητα των  Ευρωπαίων  αμφισβητεί  την κυριότητα του πολιτισμού μας με τη δικαιολογία ότι αυτός είναι κοινό κτήμα όλων των πολιτισμένων εθνών. Εμείς ως Έλληνες, έχουμε το δικαίωμα και το καθήκον στο φως της Παιδείας να διεκδικούμε την κυριότητα του ελληνικού πολιτισμού και την ιστορική συνέχεια του ελληνικού λαού, προβάλλοντας την ενότητα της αρχαίας  με τη μεσαιωνική και νεότερη ιστορία του.

          Η πατρίδα μας,  δεν έχει άλλον τρόπο να επιβιώσει και να αμυνθεί για την εθνική της αξιοπρέπεια, εκτός από τη μόρφωση του λαού, την εθνική ομοψυχία, την ενεργοποίηση της πνευματικής αρετής και της ελληνορθόδοξης παράδοσης, με τον αέρα της πολιτιστικής υπερδύναμης, που είναι η Ελλάδα  για την Ευρώπη και την ανθρωπότητα. Και δεν πρέπει να λησμονούμε σε καμιά περίπτωση ότι η Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι η παιδαγωγός της οικουμένης. 

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης από τα παλιά




Αν όλα ήταν αλλιώς, αν ο κόσμος ήταν σπαρμένος με ροδοπέταλα, αν η άνοιξη δεν έκρυβε χειμώνες με χειμωνανθούς, αν γνωρίζαμε να προβλέπουμε το μέλλον και να αποφεύγουμε δυσχερείς καταστάσεις, αν ο κατατρεγμένος είχε στέγη, μία φωλιά για να κουρνιάσει και να αναπαυτεί από τις ταλαιπωρίες που του χάρισε σαν κατάρα η μοίρα του, αν όλοι οι άνθρωποι είχαν τις ίδιες ευκαιρίες στην παιδεία, γνώση, εκπαίδευση, ίσως να είχε άλλη όψη ο κόσμος μας. Αλλά, είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε ο κόσμος μας να ήταν διαφορετικός, ιδεατός, ή μας αρέσει έστω και από συνήθεια, από εγωισμό, από μοιρολατρία να βιώνουμε τις διαμορφωμένες καταστάσεις; Μήπως από πολέμιοι των δεινών της ανθρωπότητας καταλήξαμε ερωτευμένοι με αυτά και τα αποδεχτήκαμε με βουλιμία;  Όλοι μας επιθυμούμε, τουλάχιστον η πλειονότητα, έναν δίκαιο βίο, μέχρι εκεί όμως, που δεν καταπατούνται και δε θίγονται τα κεκτημένα μας, μέχρι εκεί, όπου η ευτυχία των άλλων δεν ξεπερνά τη δική μας, μέχρι το σημείο που όλοι ποθήσαμε τις ίσες ευκαιρίες αλλά προτιμήσαμε τις άνισες, όταν αντικρίσαμε τον ματαιόδοξο κίνδυνο να απειλούνται τα συμφέροντά μας από τα αδύναμα οικονομικά στρώματα, από τους μετανάστες, από πλειονότητες στα όρια της φτώχειας και κάτω από αυτές που αποζητούν μία έντιμη κι αξιοπρεπή ζωή, όντας ακόλουθοι της απληστίας και της καταναλωτικής μανίας μας, αρνηθήκαμε έναν δίκαιο βίο.
«Πολιτεία που δεν έχει ως βάση την παιδεία είναι σαν οικοδομή πάνω στην άμμο» (Αδαμάντιος Κοραής). Η αναζήτηση μιας εφαρμοσμένης με όραμα και σαφές περιεχόμενο εκπαιδευτικής πολιτικής, χωρίς εντούτοις να αποστρέφεται τη φαντασία και τη δημιουργικότητα του εκπαιδευτικού, είναι το ζητούμενο για την ελληνική πραγματικότητα. Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα και οι παιδαγωγικές προσεγγίσεις των χωρών ανά τον κόσμο, διαφοροποιούνται ανάλογα με τη φιλοσοφία και με τους πόρους κάθε κοινωνίας. Η επιστημονική εκπαιδευτική κοινότητα διαμέσου της εκπαιδευτικής έρευνας είναι αρμόδια για την ανεύρεση της κατάλληλης στόχευσης και κατεύθυνσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Ωστόσο, η εκπαιδευτική διαδικασία αποτελείται από πολλές παράπλευρες πρισματικές προσεγγίσεις, οι οποίες είναι δύσκολο έως ακατόρθωτο να γενικευτούν σε κανόνα, καθώς ο κάθε εκπαιδευόμενος έχει προσωπικές ιδιαιτερότητες.  Ως εκ τούτου, μία εκπαιδευτική έρευνα πολλάκις αδυνατεί να καταλήξει σε μία γνώση, η οποία θα είναι εφαρμόσιμη και γενικεύσιμη σε όλες τις περιπτώσεις. Η Νευτωνική θεώρηση της εκπαίδευσης επιζητεί γενικές αρχές, "παγκόσμιους κανόνες", οι οποίοι θα μπορούν να εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση. Μέχρι στιγμής, όμως, δεν έχει επιτύχει σημαντικά αποτελέσματα στο πεδίο της εκπαίδευσης και στην ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης παιδείας στις σχολικές μονάδες. Αρκετές φορές, η εκπαιδευτική έρευνα έχει λοιδορηθεί, για το λόγο, ότι τα αποτελέσματά της δεν αποτελούν αποτελεσματικά στοιχεία στη βελτίωση των σχολικών πρακτικών και ως εκ τούτου παράγοντα αναβάθμισης των υπηρεσιών των σχολείων. Οι γενικεύσεις μπορεί να αποδειχτούν και επικίνδυνες, καθώς ο εκπαιδευτικός στερείται της προσωπικής πρωτοβουλίας, εμμένοντας προσκολλημένος στην καθ’ υπαγόρευση και κατά γράμμα ακολουθία ενός επιβαλλόμενου κανόνα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η απουσία ενός συγκεκριμένου, μελετημένου πλάνου, με τις εκάστοτε κυβερνήσεις να ξηλώνουν το έργο των προκατόχων τους και να εφαρμόζουν τις δικές τους πολιτικές, με στόχο να δείξουν ότι παράγουν έργο, αντιστρατεύεται τα θεμέλια της μάθησης. Όταν από τα πλέον επίσημα πολιτικά χείλη τονίζεται η σωστή κατά άλλα φιλοσοφία περί ισότητας, για να αναδειχτεί ως κυρίαρχη αρχή η μετριότητα που αντιστρατεύεται την αριστεία, τότε στρέφουμε την Εκπαίδευση σε επικίνδυνα μονοπάτια. Η λεγόμενη ιδεοληψία του «εξισωτισμού», διόλου ρηξικέλευθη, που επικρατούσε στα χρόνια της μεταπολίτευσης και αποτελεί αναμφισβήτητα έναν από τους παράγοντες που οδήγησε την κοινωνία μας στο σημερινό τέλμα, αναδύεται και πάλι ως το ορθό, με συνεπακόλουθο ένα αναξιοκρατικό κράτος, που τίθεται υπέρ της μάζας, βλέποντας ύποπτα τον άριστο μαθητή και εξισώνοντάς τον με έναν μέτριο. Ο Χατζηαντωνίου γράφει: «Ο νόμος πρέπει ασφαλώς να είναι ο ίδιος και για έναν ευφυή και για έναν λιγότερο ευφυή. Αν όμως οι άνθρωποι διαφέρουν ως προς τις ιδιότητές τους, ποια ισότητα πρέπει να διέπει τις σχέσεις τους;» Εδώ χάνεται το παιχνίδι και ταυτίζεται η ομοιομορφία με την ισότητα, με απότοκο τη δημιουργία της ιδεολογίας ότι «όλοι καλοί είναι» και άρα όλοι οι καλοί παντού χωράνε. Δαιμονοποιείται τοιουτοτρόπως η αξιολόγηση κι έχουμε φαινόμενα κομματικής καρεκλοποίησης σε όλο το φάσμα του δημόσιου  βίου, μία νοοτροπία νοσηρή, που είχε ως επακόλουθο τα μνημόνια, τα οποία επίσης δαιμονοποιήθηκαν. Επιμένουμε στις νοσηρές νοοτροπίες κι αναμένουμε εκ θαύματος μία αλλαγή ουρανοκατέβατη, όταν μένουμε ακόμη προσκολλημένοι στο παλιό.
Με όλα τα στρεβλά της ελληνικής πραγματικότητας πορευόμαστε ως Έθνος στα τυφλά, γκρεμίζοντας σαθρά θεμέλια και αμαρτίες του παρελθόντος, χτίζοντας και πάλι αλαζονικά νέες αμαρτίες, που έρχονται δήθεν να εκσυγχρονίσουν από το παρελθόν με διαφορετική μορφή, αλλά με κοινό παρονομαστή, την προσκόλληση στα κακώς κείμενα. Ένας φαύλος κύκλος, αέναος, που συντηρείται με κάθε κόστος και δυστυχώς με θύμα τη νεολαία.

δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Γνώμη" 22/5/2016

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Ο Ελληνισμός σε όλο του το Μεγαλείο

      

                               
Κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού αποτελεί η Μικρά Ασία, όπως και ο ένδοξος Πόντος. Εκεί βαπτίστηκε το ελληνικό πνεύμα με τον γενάρχη ποιητή βάρδο Όμηρο να δίνει το έναυσμα της γενιάς μας: «ταύτης τοι γενετής τε και αίματος ευχόμεθα είναι» (από αυτήν αλήθεια τη γενιά κι από αυτό το αίμα καυχιόμαστε πως κρατάμε). Οι περγαμηνές πνεύματος, ο ανθρωπισμός, η Ελευθερία, η Δημοκρατία κατά την διάσχιση ενός τρισχιλιετούς βίου του ελληνικού έθνους, μόνον ρίγος συγκίνησης δύναται να προκαλέσουν. Οι φιλόσοφοι Θαλλής, Αναξιμένης, Αναξίμανδρος, όπως και οι ιστορικοί Ηρόδοτος, Παυσανίας αποτελούν τέκνα του Μικρασιατικού ελληνισμού, της Ιωνίας. Ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας διέδωσε τον ελληνισμό στα πέρατα του κόσμου, όπως και στη Μικρά Ασία, με την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας ως μέσο συνεννόησης και γενικότερου εξελληνισμού του κόσμου. Τί θα ήταν ο Μέγα Αλέξανδρος αν δεν είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη άραγε, που τον μύησε στη φιλοσοφία του και τον αρχαιοελληνικό τρόπο σκέψης; Μήπως ένας αιμοδιψής βάρβαρος στρατηλάτης, που θα κατέστρεφε κάθε πολιτισμικό στοιχείο των κατεκτημένων λαών; Μήπως ένας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ που έκαψε, και πυρπόλησε κάθε τι ελληνικό, όπως εκκλησίες, σπίτια, ξεριζώνοντας από τον τόπο κατοικίας τους πάνω από μισό εκατομμύριο Ποντίους; Εν συνεχεία η Βυζαντινή αυτοκρατορία, με χρόνο ζωής χίλια έτη περίπου και πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη αποτέλεσε το ανάχωμα προέλασης των βαρβάρων  στον τότε πολιτισμένο κόσμο, διαφυλάσσοντας την ιστορική κληρονομιά. Η πολιτισμική και οικονομική κορύφωση του Πόντου συνέβη όταν κηρύχθηκε ανεξάρτητο βασίλειο με την ονομασία «Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών» το 1204, και ισχύς 257 ετών. Όμως το 1453 ήρθαν δίσεκτα χρόνια με την Κωνσταντινούπολη και Παράλια Μικράς Ασίας να πέφτουν  στα χέρια των Οθωμανών, οι οποίοι με βιαιοπραγίες, λεηλασίες, σκοτωμούς, ασέλγειες σε ιερά και όσια προκαλούν μία «ιστορική γενοκτονία», που έχει γραφεί με μελανά χρώματα στο βιβλίο της Παγκόσμιας Ιστορίας. Παραταύτα οι Μικρασιάτες Έλληνες μπόρεσαν να ορθοποδήσουν, να ξαναχτίσουν εκκλησίες, να διαφυλάξουν τον ελληνικό πολιτισμό, να τον επεκτείνουν και να γίνουν οι όψιμοι κρουνοί ενός Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Εν συνεχεία το 1821 με την επανάσταση και τη σύσταση του ελληνικού κράτους το 1830 πίστεψαν σε πιθανή απελευθέρωσή τους.
  Το 1913 – 1923  δολοφονήθηκαν 353.000 Έλληνες του Πόντου από τις στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις του τουρκικού κράτους, καθώς και  άλλες 500.000 ξεριζώθηκαν από την πατρώα γη. Ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου που συντελέστηκε, ορίστηκε από την ελληνική πολιτεία η 19η Μαΐου. Για εικοσιοκτώ αιώνες, μεγαλούργησε στον Πόντο ένας απύθμενου κάλλους πολιτισμός, όχι απλώς το γένος των Ελλήνων.  Εκείνος ο πολιτισμός που χάρισε στην ανθρωπότητα την κριτική σκέψη, πάνω στην οποία βασίστηκε η επιστήμη και η έρευνα. Εκείνος ο πολιτισμός που έθεσε τα θεμέλια της πολιτικής, διαμέσου της συλλογικότητας. Η ανθρωπότητα ολάκερη χωρίς αυτόν τον λαμπρό πολιτισμό θα ήταν σκοτεινή. Εξού και η Γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού δεν αφορά μόνον τους απανταχού Έλληνες αλλά , ουσιαστικότερα,  αποτελεί ειδεχθές κακούργημα απέναντι στην παγκόσμια πολιτισμική ανθρωπότητα. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Χρήστου Γιανναρά: «Δεν πρόκειται για μεγαλόστομη ρητορεία. Ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από τον Πόντο, κοιτίδα πανάρχαια του ανθρώπινου πολιτισμού, θα είχε σήμερα το ανάλογό του, αν εξαλείφονταν οι Γάλλοι από το Παρίσι, οι Βρετανοί από την Οξφόρδη, οι Γερμανοί από τη Χαϊδελβέργη- Τι θα σήμαινε ένα τέτοιο γεγονός για τη σύνολη ανθρωπότητα, έστω και χωρίς την κτηνωδία των απαγχονισμών, των βιασμών, των ανασκολοπισμών, των πυρπολήσεων;» Η εξάλειψη του ελληνισμού από το Πόντο συνεπάγεται παντελή ποδηγέτηση μιας πολιτισμικής πρότασης ζωογόνας για την ανθρωπότητα.
Ας πιάσουμε , όμως, το νήμα της ιστορίας από το 1908, όταν και οι Νεότουρκοι με την επανάστασή τους, αφού ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας τους, πήραν την απόφαση να εξοβελίσουν τον Ελληνόφωνο πληθυσμό από την Τουρκία. Προς τέρψην και υλοποίηση αυτού του σατανικού σχεδίου εξάλειψης του ελληνικού στοιχείου επέβαλαν δυσβάσταχτη φορολογική πολιτική για τους Έλληνες, με σφοδρές δολοφονίες και σκληρή στρατολόγηση. Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας υπέφερε τα πάνδεινα, όταν η ελπίδα για απελευθέρωση το 1919 αναθέρμανε τις καρδιές των κακουχημένων Ελλήνων, στιγμή κατά την οποία η Μεγάλη Ιδέα είχε πάρει σάρκα και οστά με τον ελληνικό στρατό να αποβιβάζεται στη Σμύρνη ως ελευθερωτής. Ωστόσο, οι Κασσάνδρες δεν είχαν ευχάριστα νέα, με τον ελληνικό στρατό να διαλύεται σαν τραπουλόχαρτο από τους Κεμαλικούς νεότουρκους, δράττοντας την ευκαιρία οι δεύτεροι για συνέχιση του αποτρόπαιου σχεδίου τους για αφανισμό του ελληνισμού. Οι Τούρκοι, ωσάν μαινόμενοι ταύροι όρμησαν προς τα Παράλια της Μικράς Ασίας/Πόντο σκοτώνοντας, καίγοντας  χωρίς να αφήνουν όρθιο πίσω τους τίποτα το Ελληνικό. Οι ελληνικοί πληθυσμοί πανικόβλητοι κατέτρεξαν στη Σμύρνη να σωθούν. Για κακή τους τύχη, «αφήνιασε» η εκδικητικότητα των Τούρκων καταφεύγοντας σε ανείπωτες μεθόδους βιαιότητας. Παραθέτω ιστορικά στοιχεία δια στόματος Ιατράκη Εμμανουήλ: «Στρατός, άτακτοι και ντόπιος τουρκικός πληθυσμός, κυριολεκτικά οργίασαν πάνω τους. Κατακρεούργησαν το νεομάρτυρα Μητροπολίτη Χρυσόστομο, έθαψαν ζωντανό τον επίσκοπο Μοσχονησίων, άλλο Μητροπολίτη τον πετάλωσαν σαν άλογο, ενώ από τους 450 ιερείς της περιοχής της Σμύρνης οι 374 βρήκαν τραγικό θάνατο. Από τις 45 ορθόδοξες εκκλησίες έκαψαν τις 44, ενώ τους διέφυγε η εκκλησία του Αγίου Βουκόλου, η οποία αργότερα έγινε μουσείο. Έστησαν αγχόνες στις κεντρικές πλατείες, όπου κρέμασαν πολλούς πρόκριτους, ενώ στη συνέχεια έβαλαν φωτιά στις Ελληνικές και στις Αρμενικές συνοικίες της και επακολούθησε γενική σφαγή, που είχε σκοπό να μην αφήσει τίποτα Ελληνικό πάνω στα χώματά της.»
Οι δηλώσεις του Έλληνα Υπουργού Παιδείας κ. Φίλη περί εθνοκάθαρσης έρχονται σε ευθεία ρήξη με την ιστορία, και μάλλον φαίνεται να χαϊδεύουν τα αυτιά των Τούρκων, οι οποίοι έσπευσαν να δεχτούν μετά βαΐων και κλάδων το δώρο του, προβάλλοντας την άποψή του στα πρωτοσέλιδα των τούρκικων έντυπων και μη μέσων μαζικής ενημέρωσης. Με ποιο δικαίωμα ο Υπουργός Παιδείας εκφέρει προσωπική άποψη, η οποία αντιβαίνει στις θέσεις του ελληνικού κοινοβουλίου και λαού, τις οποίες και πρέπει να εκπροσωπεί;
Η προοδευτική θεώρηση των πραγμάτων στον ελληνικό χώρο υπό το πρίσμα μιας οπτικής δήθεν  εκσυγχρονιστικού διεθνισμού, υπόλειμμα του μαρξιστικού διεθνισμού, που δεικνύει ως αποδιοπομπαίο τράγο την ύπαρξη αισθήματος για πατρίδα, πολιτισμό, θρησκεία θα πρέπει να αναχαιτιστεί. Οι πολιτικοί έχουν χρέος να σέβονται τις ανοιχτές πληγές της ελληνικής κοινωνίας και να μην ρίχνουν λάδι στη φωτιά, με στόχο να αποπροσανατολίσουν από τα πραγματικά ανοιχτά ζητήματά της.

δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Γνώμη" 29 Νοεμβρίου 2015

Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

Η διαφύλαξη της Αρχαιοελληνικής Γραμματείας

 
Μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, αλλά δεν είναι, πως τα αρχαιοελληνικά γραπτά κείμενα με όλη τη σοφία που κουβαλούν μέσα τους, αποτέλεσαν το στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο δομήθηκε το οικοδόμημα του Δυτικού πολιτισμού. Ο εκπολιτισμός της Δύσης τελεσφόρησε χάρις στο υπόστρωμα που προσέφερε απλόχερα ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός με την ανάδειξη του ανθρώπινου στοιχείου ως το πολυτιμότερο διαμάντι.
Επισκοπώντας την αρχαιοελληνική γραμματεία δεν προσδοκούμε να χαράξουμε σταθερά όρια, αλλά να προτάξουμε την υψίστης σημασία που είχε η διαφύλαξη των γραπτών κειμένων για την  ανθρωπότητα. Τα έργα της ώριμης ακμής της ελληνικής λογοτεχνίας με τα οποία και ξεκινά το μακρύ ταξίδι της στο χωροχρόνο, είναι τα Ομηρικά έπη. Αν δεν είχε διασωθεί η Οδύσσεια του Ομήρου, πώς ο σύγχρονος λογοτέχνης Καζαντζάκης θα συνέχιζε την Οδύσσεια δίνοντας νέα πνοή στο έργο; Η Καζαντζακική Οδύσσεια αναφέρεται σε έναν αντιήρωα Οδυσσέα, που φοβισμένος  περιπλανάται για την εύρεση της αθανασίας. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι τα βαθυστόχαστα ερωτήματα του σύγχρονου έργου είναι αν η ύλη προηγείται του πνεύματος ή αντίστροφα, και ποιος κυβερνά τον κόσμο, ερωτήματα που βασανίζουν την ανθρώπινη διανόηση από τα αρχαία χρόνια, τωόντι. Οι βάρβαροι μετά μανίας θεωρούν ότι ο κόσμος κυβερνάται από την ύλη - χρήμα, με την αντίθετη άποψη που αποτελεί επιστέγασμα της αρχαιοελληνικής σοφίας, ότι το πνεύμα, δηλαδή η βούληση, υπερνικά και τέλος αναδεικνύεται νικητής στο πεδίο της μάχης.
Ας παρατηρήσουμε διαμέσου της οξυδερκούς ματιάς του Albin Lesky και το βιβλίο του «Ιστορία της Αρχαιοελληνικής Λογοτεχνίας» τον τρόπο γραφής και τις δυσκολίες καταγραφής των αρχαιοελληνικών λογοτεχνικών έργων για να κατανοήσουμε και τα κωλύματα που υπήρχαν στη διάσωσή τους, αφού αρκετά από αυτά τα έργα δεν έχουν διασωθεί.
Το αρχαίο βιβλίο που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες ως πολύ αργά στην αρχαιότητα, ονομαζόταν κύλινδρος (αποτελείται από περισσότερο από ένα φύλλο παπύρου – τεχνογνωσία ερχόμενη από την Αίγυπτο). Ωστόσο, η φθαρτότητα του υλικού δεν μας έδωσε τη δυνατότητα να έχουμε το αρχικό κείμενο του συγγραφέα, παρά μόνον αντίγραφα. Σε αυτή την πρώιμη μορφή γραφής, το βιβλίο ξεκίνησε να χρησιμοποιείται στην Αθήνα τον 5ο  π.Χ.,  όταν και έγινε πνευματικό κέντρο της ελληνικής ζωής. Ο Λυκούργος θέσπισε νόμο κατά τον 4ο  π.Χ. να αντιγράφονται κείμενα των Μεγάλων Τραγικών, καθώς εξέλειπε η φύλαξη των πνευματικών έργων. Επίσης ζοφερό παράγοντα εκείνης της εποχής αποτέλεσε το γεγονός, ότι τα ομηρικά κείμενα παραποιήθηκαν, καθιστώντας τοιουτοτρόπως επιτακτική την ανάγκη για προστασία των κειμένων της αρχαιότητας. Καθοριστικά συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι. Υπό την εξουσία του Πτολεμαίου Α΄ ιδρύθηκε στην Αλεξάνδρεια το Μουσείον, χώρος επιστημονικής φιλολογικής εργασίας, με σκοπό να αποκατασταθούν  πιθανές διαστρεβλώσεις, να προστεθούν  ερμηνευτικά σχόλια και εντέλει να διαφυλαχτεί η αρχαιοελληνική σοφία. Ακόμη οργανώθηκε και λειτούργησε μία Βιβλιοθήκη συνεπικουρική στο Σεράπειο. Η καταστροφή, όμως, των συγγραμμάτων από το κάψιμο της Βιβλιοθήκης της Περγάμου,  είχε ως αποτέλεσμα να αποτεφρωθεί μεγάλος όγκος βιβλίων και ότι απέμεινε να μεταφερθεί στη Βιβλιοθήκη στο Σεράπειο, που η λειτουργία της τερματίστηκε το 391 μ.Χ. με τις πρωτοβουλιες του Πατριάρχη Θεόφιλου. Το ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική Γραμματεία χανόταν με το πέρασμα των χρόνων, ωστόσο, αναθερμάνθηκε ελαφρώς με τον Αττικισμό και τη δημιουργία της Δεύτερης Σοφιστικής επί της βασιλείας των Αντωνίνων. Μία ουσιασιαστική τομή που επέδρασε αρνητικά ως προς το να  διασωθούν  τα παλαιότερα βιβλία, ήταν η σταδιακή μετατροπή των έργων από κύλινδρο σε κώδικα, δηλαδή, απέκτησαν σταδιακά τη μορφή του σημερινού βιβλίου. Αυτή η μεταβολή, ξεκινώντας τον 1ο αιώνα μ.Χ,, τελειώνει τον 4ο αιώνα  μ.Χ. με την  εξ΄ ολοκλήρου επικράτηση  του κώδικα. Υπήρξε, λοιπόν, ένας αφορισμός του παλιού υλικού γραφής,  με αποτέλεσμα καθετί που δεν ταίριαζε σε αυτή την μεταβολή να χάνεται.
Εν συνεχεία, μία αμυδρή φιλολογική ενασχόληση με την αρχαιοελληνική Γραμματεία συνέβη στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ., για να περάσουμε στις σκοτεινές εποχές του 7ου και 8ου αιώνα μ.Χ, όπου ήταν σχεδόν ανύπαρκτη η πνευματική ενασχόληση. Η εξέχουσα και λαμπρή προσωπικότητα του Πατριάρχη Φωτίου τον  9ο αιώνα μ.Χ., έφερε έναν φρέσκο αέρα Αναγέννησης, έναν «δεύτερο Ελληνισμό», όπως τον χαρακτήρισαν οι Βυζαντινοί, που τόσο πολύ είχε ανάγκη η αρχαιοελληνική λογοτεχνία. Η κίνηση του Φωτίου συνέπεσε και με την αλλαγή της γραφής από Κεφαλαιογράμματη σε Μικρογράμματη, με πρώτο δείγμα το Ευαγγελάριον του Ουνσπένσκη (835 μ.Χ.). Έτσι αντιγράφηκαν όσα κείμενα αρχαίων συγγραφέων θεωρήθηκαν σκόπιμο να φυλαχθούν σε επισεσυρμένη μορφή γραφής. Ο Dain, σύμφωνα με τον Albin Lesky,  «κάνει την πολύ πιθανή σκέψη, ότι το νέο αντίγραφο το φύλαγαν σε μία νέα Βιβλιοθήκη, όπου, όπως γινόταν με τα διορθωμένα κείμενα των Αλεξανδρινών, χρησίμευε για πρότυπο σε άλλες αντιγραφές». Δυσάρεστη στιγμή για την τύχη των σωζόμενων κειμένων, αποτέλεσε η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, ενώ στη Θεσσαλονίκη συνεχίστηκε η φιλολογική προσπάθεια, όταν το 1280 με πρωτοστάτη τον Μάξιμο Πλανούδη ξεκίνησε και στην πρωτεύουσα μία νέα πνευματική δραστηριότητα. Τον 13ο αιώνα μ.Χ. η Δύση, με στυλοβάτη την Ιταλία, είχε ξεκινήσει αντίστοιχες προσπάθειες, με τις πολιτιστικές επαφές Βυζαντίου και Ιταλίας να είναι στο ζενίθ. Σοφοί της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπως ο Χρυσολωράς, μετέφεραν ελληνικά χειρόγραφα στη Βιβλιοθήκη της Ιταλίας, με τη Βατικανή Βιβλιοθήκη να αριθμεί κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ. περίπου 300. Ειδικά, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η πολιτισμική πνευματική δραστηριότητα περνά στη Δύση. Τη σκυτάλη, λοιπόν, πιάνει η Ιταλία, με τις βιβλιοθήκες της (Βατικανή, Αμβροσιανή, Μαρκιανή, Λαυρεντιανή )να διαφυλάττουν τα χειρόγραφα της ελληνικής αρχαιότητας, κρατώντας ζωντανό τον Ελληνικό πολιτισμό και τη λογοτεχνική κληρονομιά, πάνω στην οποία χτίστηκε ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός.

Ακου ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ!


                                                   
Η  τρομαλαγνική απειλή του χρέους και της ανέχειας είχε ως αποτέλεσμα μία μεγαλύτερη κρίση πέρα από τον αξιακό μαρασμό και την οικονομική καταβαράθρωση της κοινωνίας, την αμφισβήτηση των θεσμών και την εκχώρηση δημοκρατικών δικαιωμάτων.  Η κορύφωση του φόβου, της ενοχής και της ανασφάλειας ήταν τα όπλα, που αφόπλισαν τους πολίτες και τους μετέτρεψαν σε έρμαια μιας μοιρολατρίας.
Το χειρότερο όμως όλων, είναι, ότι χάσαμε την ανθρωπιά μας. Περάσαμε από τον ανθρωπισμό στον αντιανθρωπισμό. Στο επίκεντρο πλέον δεν τίθεται ο άνθρωπος, αλλά η αξία της ύλης. Πώς σχετίζεται σήμερα ο ανθρωπισμός με την αξιοπρέπεια του ανθρώπου; Το φιλοσοφικό κίνημα που κληροδοτήθηκε από τους Έλληνες και Λατίνους στους Ιταλούς της Αναγέννησης, αναζωογονήθηκε από τους Γάλλους Διαφωτιστές του 18ου αιώνα και στη συνέχεια ανανεώθηκε από τους μαρξιστές, φτάνοντας στον 21ο αιώνα ως ένας θολός στόχος τοποθετώντας τον άνθρωπο εκτός πεδίου ευθύνης του. Στο κέντρο της προσοχής τίθεται πλέον το χρήμα και κατά προτίμηση το «εύκολο κέρδος». Ο ατομικισμός, αντίρροπη ιδεολογία του ουμανισμού, που επικράτησε στις μέρες μας, δημιούργησε κι εδραίωσε την πεποίθηση ότι ο ανθρωπισμός είναι εκ γενετής γνώρισμα και άρα δεν χρειάζεται να τον προσπαθήσουμε, είναι στοιχείο που μας χαρακτηρίζει, γιατί γεννηθήκαμε άνθρωποι. Και κάπου εδώ «χάθηκε η μπάλα» και δώσαμε προσοχή στο δέντρο χάνοντας  το δάσος, δηλαδή την ουσία . Ακόμη και ο σκεπτόμενος επιχειρηματίας αντικαταστάθηκε από τον κερδοσκόπο που στρέφεται κατά αποκλειστικότητα στο χρηματιστηριακό κέρδος, εγκαταλείποντας τον μόχθο της παραγωγικής διαδικασίας. Κάπως έτσι ξεχάσαμε να αγαπάμε τον άνθρωπο κι αγαπήσαμε το  χρήμα, γεγονός που σταδιακά οδήγησε στην όλο κι αυξανόμενη κοινωνική διαφθορά.
To κορυφαίο όλων μάλιστα είναι, ότι στις φετινές εξετάσεις στο μάθημα της έκθεσης ζητήθηκε από τους μαθητές να μιλήσουν για ανθρωπισμό. Δηλαδή να παραθέσουν αράδες  σκέψεων για ένα θέμα στην ουσία ουτοπικό, αφού η κοινωνία μας πλέον μόνο ανθρωπιά δεν διαθέτει. Πόσο υποκριτικό είναι να ζητούν από τα παιδιά μας να αναπτύξουν το θέμα του ανθρωπισμού τη στιγμή που πλέον ο ανθρωπισμός υπάρχει μόνο στη σφαίρα της φαντασίας! Δε θέλω να φανώ ισοπεδωτικός, οπωσδήποτε υπάρχουν κι εξαιρέσεις,  υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που αγαπούν και συνδράμουν τον συνάνθρωπό τους, αφού προσφέρουν ανιδιοτελώς όλο τους το είναι. Ωστόσο αυτοί είναι λίγοι και μάλλον αποτελούν την εξαίρεση για να επιβεβαιώσουν τον κανόνα ότι ζούμε σε μία κοινωνία «ανθρωποφάγων» κι όχι ανθρωπιστική.
Κοιτάτε τι συμβαίνει γύρω μας. Ο ένας κοιτά να βγάλει το μάτι του άλλου. Ο θάνατος σου η ζωή μου. Προσδοκούμε στην αποτυχία του φίλου μας, του συνεργάτη- συναδέλφου μας για να πατήσουμε επί πτωμάτων και να ανελιχτούμε. Όπως οι Κυνικοί φιλόσοφοι διεκήρυτταν ότι η Αρετή, το υψηλότερο ιδανικό, μπορεί να διδαχθεί με μηχανικό τρόπο και να αποτελέσει κτήμα του ανθρώπου κι αφού αποκτηθεί μία φορά είναι αδύνατον να απολεσθεί, το ίδιο κυνικά και η σύγχρονη κοινωνία ομολογεί πως ο ανθρωπισμός υπάρχει και δεν χρειάζεται να αποδείξουμε την ύπαρξή του, δηλαδή να προχωρήσουμε σε πράξεις που το αποδεικνύουν. Ο άνθρωπος μετατράπηκε σε ανθρωπάκο, που έχασε τις ηθικές του αξίες και  για να είμαι πιο ακριβής τις αντικατέστησε με την αγάπη προς την ύλη, οτιδήποτε υλικό που του προσφέρει κύρος, δόξα και σεβασμό, έναν ψευδεπίγραφο σεβασμό για την ακρίβεια.

Wolfang Iser - Goldmann, L (Αναγνωστικές θεωρίες)

Στο δοκίμιο του Wolfang Iser "H αλληλεπίδραση ανάμεσα στο κείμενο και στον αναγνώστη" το λογοτεχνικό έργο διαβάζεται από τον καλλιτεχνική και αισθητική πλευρά. Η αλληλεπίδραση μεταξύ υποκειμενικής θέασης του αναγνώστη και του κειμένου του συγγραφέα θα προσδιοριστεί υπό το φάσμα της Σχολής του Tavistrock, με σκοπό να γίνει σαφέστερη. Ο Laing υποστηρίζει ότι οι διαμορφωμένες απόψεις δεν είναι ξεκάθαρες, όντας απότοκο προσωπικής ερμηνείας. Τοιουτοτρόπως δρούμε πιστεύοντας ότι γνωρίζουμε την εμπειρία που έχουν οι άλλοι για το πρόσωπό μας. Η ερμηνευτική διαδικασία γεννά την δυαδική αλληλεπίδραση. Το πλαίσιο αναφοράς μεταξύ κειμένου - αναγνώστη καθορίζεται από διάσπαρτους στο κείμενο κώδικες. Η μη ύπαρξη κοινής εμπειρίας και απροσδιοριστίας λειτουργεί βοηθητικά την επικοινωνιακή ποικιλότητα. Η Virginia Woolf υποστηρίζει ότι η λογοτεχνία ρυθμίζεται από την επικοινωνία μεταξύ ρητού και υπόρρητου. Κάθε κενό προβάλλεται ως η σταθερά, ένας αθέατος αρμός που στο σύνολό τους δομούν ένα κείμενο. Κατά την ανάγνωση το κενό δίνει τη δυνατότητα να συνθέσει ο αναγνώστης την ιστορία  μεταξύ αφηγητή, προσώπων, πλοκής, λειτουργώντας το ένα ως καθρέπτης του άλλου. Από την άλλη τα διάκενα στρέφονται στον αισθητικό πόλο του κειμένου. Τα πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν ένα κανονιστικό πρότυπο δομούνται βάση μιας αρχής, ωστόσο, το κανονιστικό πρότυπο μπορεί να συντελέσει στον περιορισμό της ανθρώπινης φύσης. Έτσι εμφανίζεται το αισθητικό αντικείμενο, η οπτική γωνία του αναγνώστη. Χαρακτηριστικά ως προς την θέαση του αναγνώστη είναι ο αυθορμητισμός, σύνεση και επιφύλαξη. Η οπτική μετατρέπεται από το διάκενο σε δομή, υποβαστάζοντας την αλληλεπίδραση κειμένου και αναγνώστη σε σταθερή βάση. Συμπερασματικά το κενό ενέχει ρόλο ενορχηστρωτή στο κείμενο, καθοδηγώντας την συνθετική ικανότητα του αναγνώστη. Το πεδίο αναφοράς ,λοιπόν, που οργανώνεται από τον αναγνώστη φέρει κενό που καλύπτεται από την δομή του θέματος κι το διάκενο που προκύπτει, καλύπτεται με το αισθητικό αποτέλεσμα. Το κενό που μετατοπίζεται ευθύνεται για την συνεχή μετάβαση σε διαφορετικές εικόνες κατά την ανάγνωση, ορίζοντας τον αναγνώστη ως νοηματοδότη.
Από την αντίπερα όχθη ο Goldmann, L. με στο έργο του "Για μια κοινωνιολογία του μυθιστορήματος" αναφέρεται στην κοινωνιολογία του έργου και εισαγάγει τον γενετικό δομισμό. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες κρύβονται πίσω από το παραχθέν έργο. Η επιρροή από Μαρξισμό και Ψυχανάλυση είναι εμφανής. Το συλλογικό υποκείμενο κι η δομική συνείδηση συντέλεσαν στην ανάπτυξη λογοτεχνικών και κοινωνιολογικών μελετών.  Ο γενετικός δομισμός εξετάζει τον τρόπο δημιουργίας και της ερμηνείας του λογοτεχνικού έργου, βασιζόμενος σε νοητικές και κοινωνικές δομές, βλέποντας τον συγγραφέα ως δημιουργό του φανταστικού κόσμου του έργου. Η συνεχής και εξελισσόμενη δόμηση σχετίζεται αναλογικά με την πεποίθηση ότι η ερμηνεία του έργου είναι εφικτή μόνον και αν το επανατοποθετήσουμε στην εποχή του και στις συνθήκες που επικρατούσαν τότε. Στην ουσία συντελείται ένα πέρασμα από την ατομική στη συλλογική συνείδηση, δημιουργώντας συνοχή. Κατά τον Goldman έχουμε ενεργητικούς αναγνώστες (συνδέουν το λογοτεχνικό έργο με το ιστορικό πλαίσιο) και τους παθητικούς που δέχονται το μήνυμα χωρίς επεξεργασία. Εν συνεχεία εξετάζεται η έννοια της κοσμοθεωρίας, η οποία αποτελεί καθρέπτη του συγγραφέα και είχε ως στόχο την πλήρη κατανόηση της αλήθειας. Ο συγγραφέας λοιπόν αποτελεί έναν εκφραστή της συλλογικής συνείδησης , αφού το συλλογικό υποκείμενο παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Από την άλλη η κοινωνιολογική μελέτη μεγάλων έργων πολιτισμού καταργεί παρωχημένους αναγκαίους δεσμούς, δημιουργώντας νέους, που είναι ευκολότεροι στην αποσαφήνιση. Η κοινωνιολογία περιεχομένων είναι περισσότερο ουσιαστική, σχετικά με την εξέταση έργων μέσου επιπέδου, αφού παρατηρεί μία αντανάκλαση της συλλογικής συνείδησης, ενώ η γενική δομική κοινωνιολογία, καθώς επικεντρώνεται στην συνειδητοποίηση των μελών της ομάδας, όσων έπρατταν και σκέπτονταν, χωρίς να γνωρίζουν την σημασία του έργου αντικειμενικά, μελετά λογοτεχνικά έργα παγκόσμιου βεληνεκούς. Το μεγάλο πρόβλημα της κοινωνιολογικής έρευνας κάθε δομικού τύπου αποτελεί η άμεση οριοθέτηση των εμπειρικών δεδομένων.

Βιβλιογραφία:

Goldmann, L. Για μια κοινωνιολογία του μυθιστορήματος. Μτφρ. Ε. Βέλτσου-Π. Ρυλμόν. Αθήνα: Πλέθρον, 1979.

Isser, W. H αλληλεπίδραση ανάμεσα στο κείμενο και στον αναγνώστ.Mτφρ. Κ. Αθανασίου-Φ. Σιατίστας. Αθήνα:Νήσος, 2000

Rosenblant - Holland (Aναγνωστικές θεωρίες)

Η L.M Rosenblant είναι η εισηγήτρια της συναλλακτικής θεωρίας. Η ανάγνωση αποτελεί μία συναπάντηση (έκκληση) κειμένου και αναγνώστη. Η συνεύρεση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη γέννηση της αντίδρασης του αναγνώστη. Διαμέσου δηλαδή της επαφής του με τις κειμενικές ενδείξεις (γλώσσα , συνειρμοί, θεματική πλοκή) αναδύονται στοιχεία των βιωμάτων του αναγνώστη. Το κείμενο έχει ρόλο ενός προσχέδιου, αφού πλάθει προσδοκίες και υποθέσεις στον αναγνώστη. Σε επόμενο στάδιο το κείμενο αναπλάθεται από τον αναγνώστη βιωματικά. Επομένως η συναλλακτική θεωρία αναφέρεται στον υποκειμενικό ρόλο του αναγνώστη, να μπορεί να διαβάζει το κείμενο υπό το πρίσμα που ο ίδιος θα επιλέξει. Μία βασική διάκριση κατά την Rosenblant όσον αφορά την ανάγνωση είναι αισθητική είτε μη αισθητική. Η μη αισθητική αναγνωστική θεωρία επικεντρώνεται στην πρακτική αξιοποίηση του κειμένου (στρέφεται προς την πληροφόρηση) ενώ η αισθητική στρέφεται στην αισθητική αποκωδικοποίηση του κειμένου με βάση δηλαδή τα συναισθήματα που γεννούν τα λεκτικά σύμβολα στον αναγνώστη. Αξιοποιεί επίσης την φαντασία του, συνδέοντας την βιωματική εμπειρία με το κείμενο. Η συναλλακτική, λοιπόν, αισθητική ανάγνωση δημιουργεί το έδαφος για να βιώσει ο αναγνώστης το έργο την στιγμή που το διαβάζει με βάση πάντα τις προγενέστερες εμπειρίες του, αλλά και την φαντασία. Άρα θα μπορούσαμε να αποφανθούμε και για την σημαντική λειτουργία της συναλλακτικής θεωρίας, όσον αφορά την διδασκαλία λογοτεχνικών κειμένων, αφού τοιουτοτρόπως ο μαθητής θα αγαπήσει πραγματικά τα μαθήματα της λογοτεχνίας, καθιστώντας ισότιμη και ισάξια την επικοινωνία μαθητή- καθηγητή. Ο μαθητής διαβάζει με την προσωπική του οπτική το κείμενο.

Ο Norman Holland επικεντρώνεται στο θέμα της ταυτότητας και της συναλλακτικής αναγνωστικής θεωρίας. Αυτός εισήγαγε τον ψυχολογικό παράγοντα στην αποκωδικοποίηση ή την ερμηνεία του λογοτεχνικού έργου. Ο κάθε αναγνώστης αντιλαμβάνεται το κείμενο, σύμφωνα με το «εγώ», τις προσωπικές του ψυχολογικές διαδικασίες. Ο αναγνώστης διαδραματίζει έναν ρόλο ηθοποιού, αφού για να εντοπίσει την ενότητα του κειμένου καλείται να υποδυθεί ρόλους παραπλήσιους του εαυτού του με άλλα λόγια να επεξηγήσει την ροή της ιστορίας του κειμένου θέτοντας τον εαυτό του ως πρωταγωνιστή- αναδημιουργό του κειμένου. Για τον Holland η έννοια της ταυτότητας έχει κεντρική θέση στο οικοδόμημα της θεωρίας του. Γι΄αυτόν ταυτότητα σημαίνει ο τρόπος, η οπτική του κάθε ατόμου για την πραγματικότητα. Άρα η πραγματικότητα του κάθε ανθρώπου κρύβει μία ατομική προσέγγιση. Το ίδιο ισχυρίζεται ότι συμβαίνει και στη σχέση του κάθε αναγνώστη με το λογοτεχνικό κείμενο. Ο αναγνώστης αναδημιουργεί την ταυτότητά του κατά την ανάγνωση . Οι μηχανισμοί που ενεργοποιούν την αναδημιουργία της ταυτότητας είναι οι προσδοκίες, άμυνες, φαντασιώσεις, μετασχηματισμούς.

Βιβλιογραφία:
Holland, N, (1989), Reading Readers Reading, Cooper Charles (ed) Reasearching Response to Literature and the teaching of Literature Points of Departure, New Jersey: Ablex.

Rosenblant, L.M. (1989) The Transanctional Theory of Literary Work: Implication for Reasearch Literature Points of Departures, New Jersey: Ablex.

Ο τρόπος με τον οποίο οι λαϊκοί δημιουργοί επαναναλύουν τη γλώσσα μοίαζει με τον αντίστοιχο των παιδιών. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να φαντάζει απλοϊκή, αλλά είναι ουσιαστική. Εξηγούμε ,λοιπόν, ότι οι ορισμοί που δίνουν τα παιδιά/μαθητές είναι συμβατικοί, συμπτωματικοί, λειτουργικοί. Οι μαθητές που έχουν σχετική εμπειρία, δομώντας πληροφορίες και αυτοματοποιώντας διεργασίες ανασκευής έννοιας, με τη μέθοδο της ανάσυρσης υπερκείμενης έννοιας, καταφέρνουν να περιγράψουν εύστοχα το σημαίνον. Οι λέξεις ,ωστόσο, έχουν δηλωτικό και παραδηλωτικό περιεχόμενο. Οι παραδηλώσεις αποτελούν ανάκληση, υποδήλωση ελεύθερων συνειρμών, που ενδύουν ποικιλοτρόπως τη σημασία της λέξης. Οι παραδηλώσεις υφαίνονται έντεχνα με βάση συλλογικά ή υποκειμενικά βιώματα, επηρεαζόμενες από τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και το χρόνο. Τα παιδιά κατά αναλογία προσλαμβάνουν το σημαίνον και δημιουργούν τον ορισμό του σημαινονομένου με βάση ατομικές και συλλογικές εμπειρίες. Παραταύτα η χροιά ορισμένων λέξεων καθορίζεται από τον διαμορφωμένο κώδικα επικοινωνίας ενηλίκων και το νόημα περνά ατόφιο στα πιαδιά. Επιπροσθέτως το ίδιο το γλωσσικό σύστημα δημιουργεί παραδηλώσεις. Από τα σπλάχνα δηλαδή των κανόνων της γλώσσας και τις σχέσεις ομοηχίας, συνωνυμίας, αντίθεσης, πολυσημίας εκολλάπτονται επιπλέον συνειρμοί. Ο Τριβυζάς χρησιμοποιεί λαϊκές παρετυμολογίες. π.χ Βύσσινα από την Αβυσσανία. Τα παιδιά είναι πιο τολμηρά συγκριτικά με τους ενήλικες στη νοηματοδότηση λέξεων, αγνοούν τη μερική ή πλήρη σημασία καθώς και τα συστατικά της και καταφεύγοντας στο προσωπικό τους βίωμα πλάθουν δικούς τους συνειρμούς. Υπό αυτή την οπτική τα παιδιά δεν απέχουν πολύ από τις λαϊκές παρετυμολογίες, αλλά τουναντίον με γνώμονα την φαντασία, προχωρούν πιο δυναμικά σε ενδογλωσσικούς συνειρμούς και επανανάλυση.
  Η ποιητικότητα/ μεταφορικότητα  της χρήσης των λέξεων χωρίζεται σε αναγκαστική και επιλεκτική. Το παιδί σε σχέση με τον λαϊκό άνθρωπο δεν κατέχει την αφηρημένη σκέψη, με αποτέλεσμα να ομιλεί μεταφορικά προς κάτι συγκεκριμένο. Τις πλείστες των περιπτώσεων οι μεταφορές οφείλονται σε αγνωμοσύνη, εξού και τα σημοσιολογικά λάθη στα οποία υποπίτπουν. Αξοσημείωτο, όμως, είναι ότι η φαντασιακή οπτική του παιδιού, μας ανοίγει ασύλληπτους δρόμους θέασης. Εν ολίγοις αυτή η ποιητικότητα/ μεταφορικότητα, που ενέχει και το στοιχείο του «σπασίματος» των κανόνων της γλώσσας τόσο του συγγραφέα (ευσυνήδειτα), όσο και του παιδιού (ασυνείδητα) μας παρουσιάζει μία διαφορετική πραγματικότητα. Ο λαϊκός άνθρωπος με ποιητικότητα και γλαφυρότητα αποτυπώνει τα νοήματά του. Σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του π.χ στις επαγγελματικές ασχολίες του, ενσωματώνει στο καθημερινό λόγο νεολογισμούς με ανοίκειο συνδυασμό λέξεων, δημιουργώντας παρομοιώσεις, μεταφορές, σύνθετα μεγενθυτικά και υποκοριστικά. Ο ποιητής από την άλλη δημιουργεί κατά παρόμοιο τρόπο ποιητικές λέξεις, με σκοπό να αποτυπώσει με ακρίβεια το νόημα, να δημιουργήσει εικόνες και κατ΄επέκταση να προκαλέσει συγκίνηση στον αναγνώστη. «Ο ποιητής δεν μεταχειρίζεται τη γλώσσα όπως οι λεξικογράφοι, αλλά όπως το παιδί και όλοι» Ο λαός παρατηρώντας τη φύση, όπως π.χ τα ζώα εμπνεύστηκε από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και έπλασε λέξεις. Τοιουτοτρόπως πολλοί ποιητές, όπως και ο Σεφέρης στο ημερολόγιο του περιγράφει σκηνές από την ύπαιθρο και χρησιμοποιεί λέξεις σύνθετες που προσιδιάζουν σε ιδιότητες ζώων. (τεχνική δημιουργίας ποιητικότητας)


Προτεινόμενες προσεγγίσεις για τη διδακτική αξιοποίσηση της Λογοτεχνίας στο πλαίσιο της τάξη


Η αξιακή  ποιότητα της Λογοτεχνίας έγκειται στο γεγονός, ότι ασκεί καθοριστική επιρροή στη τρυφερή παιδική ηλικία των μαθητών, προσφέροντας τα απαραίτητα εφόδια για πολύπλευρη ανάπλαση της προσωπικότητας, κώδικα αξιών, κριτικό αναστοχασμό, σκεπτική αλληλουχία, πολιτισμική και πολιτιστική συνείδηση.
Η παραγωγική της προσφορά στο μαθητή είναι αναντίλεκτη, όμως ποιός είναι ο ορθός τρόπος διδασκαλίας αυτής;  Πώς ο καθηγητής θα φέρει τον μαθητή διαμέσoυ αυτής  σε στενή επαφή με τα πνευματικά δημιουργήματα και την ανθρώπινη πορεία στο διάβα των χρόνων, έτσι ώστε να αποκτά βιωματικές εμπειρίες εμμέσως, να διαπιστώνει και  να κατασκευάζει κρίσεις, υποθέσεις, σκεπτική αλληλουχία;
Η συνδιαλογή του μαθητή με το Βιβλίο είθισται να είναι τυπική μένοντας σε αναγνωστικό επίπεδο και για αυτή την κατάσταση έχει καθοριστικές ευθύνες η εκπαιδευτική πολιτική σε συνάρτηση με την αδιαφορία των εκπαιδευτικών. Τουναντίον απαιτείται μία σχέση παραγωγική μεταξύ παιδιού - Βιβλίου, περνώντας στο επίπεδο της προσωπικής δημιουργίας, όπου ο νέος δύναται να αναπνεύσει ανθρωπιά, και εν τέλει να επανδρωθεί με «ηθικοπνευματική αρματωσιά». Για να φτάσουμε,όμως, σε αυτό το αποτέλεσμα απαιτείται ο δάσκαλος- καθηγητής να πλησιάσει το λογοτεχνικό κείμενο με συνδυαστικό τρόπο, τόσο μέσω των ερμηνευτικών προσεγγίσεων, όσο και των υποκειμενικών - ψυχαναλυτικών προσεγγίσεων. Ο μαθητής αρχικά θα πρέπει να αγαπήσει την ανάγνωση και εν συνεχεία να αποκτήσει μία προσωπική αναγνωστική εμπειρία. Για να γίνει πράξη αυτό, ο καθηγητής οφείλει να προσεγγίσει το λογοτεχνικό κείμενο στην τάξη με βάση τις υποκειμενικές - ψυχαναλυτικές θεάσεις. Ο μαθητής τοιουτοτρόπως προσπαθεί, καθοδηγούμενος πάντα από τον καθηγητή- επόπτη, να αντιληφθεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο την ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου και να βγάλει τα προσωπικά του συμπεράσματα, χωρίς να επηρεάζεται από τη νόρμα. Η ψυχαναλυτική - υποκειμενική αναγνωστική θεωρία ταυτίζεται με τις σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες μάθησης που βλέπουν το δάσκαλο συνεργάτη του μαθητή  και το μαθητή συνδημιουργό της γνώσης. Ωστόσο, αυτό  προϋποθέτει και μία σχετική αναγνωστική εμπειρία, να έχει έρθει σε επαφή με ένα όγκο λογοτεχνικής παραγωγής για να μπορέσει να διατυπώσει προσωπικές γνώμες για ένα κείμενο. Εδώ έρχεται σε βοηθητικό επίπεδο η ερμηνευτική προσέγγιση, με στόχευση να διαπλάσει και να διαμορφώσει αναγνωστική κουλτούρα, εφόσον εστιάζει στη φύση και στις δυνατότητες της ανάγνωσης ως ερμηνεία, σε ένα κοινό πλαίσιο, το οποίο έχει ήδη διαμορφωθεί και δεν αλλάζει. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, τον σταθερό θεμέλιο λίθο που προκύπτει από την ερμηνευτική προσέγγιση του λογοτεχνήματος, ο καθηγητής θα πρέπει να συνεπικουρήσει στη δημιουργία και μιας προσωπικής από το μαθητή στοχευμένης ερμηνείας. Η καλλιέργεια της οποίας θα επιτευχθεί, με την θέαση του αναγνώστη ως αναδημιουργού, όπως έχει επισημάνει ο Ηοlland. (2000) Στόχο κυρίαρχο, ωστόσο, αποτελεί η αγνή αγάπη του νέου για το βιβλίο, η προσωπική συναισθηματική συνδιαλογή του αναγνώστη-μαθητή με το κείμενο. Αυτή η στόχευση επιτυγχάνεται με την αισθητική ανάγνωση των λογοτεχνικών κειμένων από τους μαθητές. Ο μαθητής αποκτά βιωματικές εμπειρίες, χωρίς να είναι κυρίαρχες πάνω στο τρόπο αντίληψής του. Το απότοκο είναι μία ενεργητική συμμετοχή του μαθητή - αναγνώστη, το οποίο θεωρείται και ζητούμενο.

Συμπερασματικά, διατεινόμαστε ότι και οι δύο προαναφερθείσες τεχνικές προσέγγισης ως διδακτικές μέθοδοι είναι εξίσου σημαντικές, ως προς τη δημιουργία ενός μαθητή-αναγνώστη με αναπτυγμένη την κριτική ικανότητα και την απρόσκοπτη "ερωτική" επικοινωνία με το λογοτεχνικό δημιούργημα.

Η λειτουργία της φαντασίας στο "Μόνον της ζωής του ταξείδιον" του Βιζυηνού



Ένας από τους επιφανέστερους διηγηματογράφους της γενιάς του 1880 είναι ο Γεώργιος Βιζυηνός. Τα διηγήματά του δεν ακολουθούν μία πορεία ευθύγραμμη και ομαλή, ερεθίζοντας τοιουτοτρόπως την αγωνία και την περιέργεια του αναγνωστικού κοινού. Χρησιμοποιεί στα έργα του, πολύ συχνά, την ονειροπόληση και τις παραισθήσεις, επιδιώκοντας το απρόσμενο διεισδύοντας παράλληλα στα άδυτα της ψυχής των πρωταγωνιστών του για να καταστήσει πασιφανές, ότι οι ψυχικές διακυμάνσεις των ηρώων του ευθύνονται για τις πράξεις στις οποίες προβαίνουν.(Μario Vitti, 2008)

Το αριστούργημα του  Βιζυηνού "Το μόνον της ζωής του ταξείδιον" σχετίζεται με το αυτοβιογραφικό «Ταξείδιον» που πραγματοποίησε ο ίδιος ο συγγραφέας, το 1859, στην ηλικία των δέκα χρόνων, πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη για να δουλέψει υπό την αιγίδα ενός αυταρχικού και σκληρού ράφτη, ως παραγιός. Σίγουρα θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα διηγήματα που γράφτηκαν ποτέ στην παγκόσμια ιστορία της λογοτεχνίας.
Στο διήγημα « Μόνον της ζωής του ταξείδιον» κεντρική αφηγηματική φιγούρα αποτελεί ο παππούς, ο οποίος διαμέσω της φαντασίας, μας ταξιδεύει σε κόσμους θεληματικούς, πρωτόγνωρους, που ο ίδιος δεν έχει ζήσει, αλλά διηγείται με τόσο πάθος, σαν να τους έχει επισκεφτεί. Εντοπίζουμε μία μετάβαση από το πραγματικό στο υπερπραγρματικό. Παράλληλα έχουμε ένα ταξίδι στο χρόνο, στην παράδοση καθώς και περίτεχνη σύνδεση του μυθολογικού, φανταστικού και ρεαλιστικού στοιχείου. Η μορφή του παππού σκιαγραφείται ακόμη πιο εύληπτα και ολοκληρωμένα από τα μάτια του νεαρού, ο οποίος θαυμάζει τον παππού του και πιστεύει τις  ιστορίες του. Ωστόσο στο τέλος, του αποκαλύπτεται η πραγματικότητα, η οποία δεν είναι άλλη, από το ότι αυτές οι ιστορίες αποτελούν απεικάσματα της φαντασίας του παππού. (Λίνος Πολίτης, 2009) Η Μιράσγεζη Μαρία σημειώνει χαρακτηριστικά: «Ο παππούς δεν είναι μόνο ψυχή, αλλά είναι και φαντασία, είναι και όνειρα απραγματοποίητα και ταξίδια ατελείωτα και απερίγραπτα, δίνεται από τον Βιζυηνό στην εντέλεια.» Ο παππούς ζει με τον εγγονό του σε μία ονειρική πλάνη. Υποστηρίζει ότι έχει δει με τους οφθαλμούς του νεράιδες και μάγισσες που μαρμαρώνουν τους ανθρώπους, καθώς και το ότι τα βασιλικής καταγωγής κοριτσόπουλα  ερωτεύονται τα ραφτόπουλα. Ωστόσο,  ο θαυμασμός του Γιωργή για τον πολυταξιδεμένο και γεμάτο εμπειρίες παππού διαλύεται και το συναίσθημα της απογοήτευσης παίρνει θέση,  για το ψευδές του επιστεγάσματος των βιωμάτων του. Ο κοσμογυρισμένος γέροντας, στην ουσία δεν έχει πατήσει το πόδι του πέρα από το χωριό του. Το μόνον της ζωής ταξίδιον του παππού ολοκληρώνεται με το θάνατό του. Οι κουρασμένες ψυχές των πρωταγωνιστών του Βιζυηνού πλησιάζουν τον ψυχισμό μας. (Μαρία Μιρασγεζη, 1982) Τόσο το παιδί μέσω της μνημονικής ανάκλησης της φαντασίας, όσο και ο παππούς μέσω της ουτοπίας, περνούν από το ένα επίπεδο στο άλλο. Τα δύο πρόσωπα αν και διαφορετικές ηλικίες ταυτίζονται. Και οι δύο έχουν το όνειρο της φυγής, έχουν επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, βρίσκουν καταφύγιο στην φαντασία προκειμένου να ξεφύγουν από την καταπιεστική πραγματικότητα, έχουν το ίδιο όνομα, συναναστρέφονται και επικοινωνούν μεταξύ τους με άνεση, στο τέλος, όμως, χωρίζονται με το θάνατο του παππού.
Σύμφωνα με τον Μουλλά (1996) η φαντασία και η πραγματικότητα καθίστανται  βασικά μοτίβα στην αφήγηση. Τα φανταστικά γεγονότα  συνδέονται άμεσα με την μετακίνηση του ήρωα, ενώ  η πραγματικότητα καθίσταται ως στοιχείο ακινησίας στη διήγηση. Συμπερασματικά η φαντασία διαπλέκεται με την πραγματικότητα με τρόπο ανατρεπτικό, καθιστώντας τον αναγνώστη δέσμιο παρακολουθητή του διηγήματος, χωρίς να ατονεί το ενδιαφέρον του σε κανένα σημείο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Πολίτης, Λ. (2009). Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
Vitti, M.  (2008). Iστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Οδυσσέας
Μιράσγεζη, Μ.(1982). Νεοελληνική Λογοτεχνία. Αθήνα

Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

Η αύρα του Λογοτέχνη

Ο Λογοτέχνης καλλιεργεί τον έντεχνο λόγο συγγράφοντας έργα, μ’ έναν τρόπο ξεχωριστό, μ’ έναν τρόπο ολότελα δικό του. Τα κοινά και συνηθισμένα λόγια τ’ αναμοχλεύει μες στην ψυχή του και τ’ αρμονίζει με τον παλμό της. Τα χρωματίζει με τη συγκίνησή του και τα ντύνει με τον ρυθμό της καρδιάς του. Έτσι, από το τετριμμένο καθημερινό υλικό, ο Λογοτέχνης μετουσιώνει τις λέξεις  σε υλικό καλλιτεχνικό, δίνοντάς τους  περιεχόμενο και χρώμα, βάθος κι ομορφιά και τις καθιστά όχι μόνο να εκφράζουν τη συγκίνησή του, μα και να τη μεταδίδουν. 
            Οραματίζεται κι αγωνίζεται  για να απαλύνει τα σκοτάδια, καθιστώντας την καρδιά του παλλόμενο μικρόκοσμο του σύμπαντος. Η ψυχική του πλημμυρίδα ξεφεύγει από τα προσωπικά του όρια και πασχίζει να διαποτίσει τον δικό του νου και την ψυχή των ανθρώπων όλου του κόσμου.  Ενάρετος, ένθεος και μοναχικός τις περισσότερες φορές, ζει τις πληγές του, τις χάρες του, τους στοχασμούς του και δεινοπαθεί να μείνει ακέραιος και ισορροπημένος. Ταξιδεύει μέσα στον χρόνο, έχοντας συνοδοιπόρους την αγάπη για τον άνθρωπο, την αλήθεια, το δίκαιο, την ειρήνη, το αιώνιο. Επωμίζεται τη βαριά ευθύνη της αναστήλωσης της χαμένης αξιοπρέπειας ανθρώπων και λαών, τη διαπαιδαγώγηση νεανικών τρυφερών υπάρξεων, τη γεφύρωση χασμάτων, την απελευθέρωση της ψυχής από εμπάθειες και μίση. Ο ρόλος του, πάντοτε υπεύθυνος, δυσβάσταχτος, οδυνηρός μα και λυτρωτικός, ουσιώδης, μεστός μηνυμάτων, ευαισθησίας και πάλης.  
             Στις δυσκολίες των καιρών , βρίσκεται πέρα από σύνορα, γίνεται πανανθρώπινος, ανήκει στους αδύναμους και στους ισχυρούς, στους καταφρονεμένους και στους φιλόδοξους, εξακοντίζεται με τα λόγια του σ’ όλα τα μήκη και πλάτη. Σαν άτομο, με την ιδιαίτερη έκφραση του λόγου του, μάχεται με μια πένα, μ’ ένα δάκρυ και με περίσσεια  ψυχής, στηλιτεύοντας, καταπραΰνοντας , ξεσηκώνοντας κι ενώνοντας τον κόσμο.
            Ο γνήσιος Λογοτέχνης μαγνητίζει και προβληματίζει. Πάνω στο χαρτί ξεδιπλώνει αυτό που γεννήθηκε στις ομορφότερες στιγμές της περισυλλογής, της έξαρσης, του πόνου, της ελπίδας. Με όλη τη σεμνότητα και την ευαισθησία, με όλο το δέος και τη φλόγα της δημιουργίας αγωνίζεται σαν δημιουργός για τη δικαίωση των οραμάτων μας.  

            Ο Λογοτέχνης σήμερα, γνωρίζει πολύ καλά πως δε δικαιούται να επαναπαύεται . Οφείλει να αγρυπνεί για τους ελλοχεύοντες εχθρούς, φύλακας των κάστρων που πρέπει να μένουν άπαρτα μετερίζια, να παραδειγματίζει με τη ζωή του και τη συμπεριφορά του και, με συνέπεια, ήθος κι ευθύνη να καθιστά τον λόγο, την ιδέα, τον στοχασμό, έργο και πράξη ζωής. 

Παγκόσμια ημέρα Εκπαιδευτικών (5 Οκτωβρίου): Ο Δάσκαλος ως φωτοδότης


o
σύγχρονος προοδευτικός  εκπαιδευτικός είναι ελεύθερος άνθρωπος και  παιδαγωγός. Τα προσόντα τα οποία θεωρώ απαραίτητα γι´ αυτόν, αποκτώνται σταδιακά, μέσα από την καθημερινή πρακτική και σε καμιά  περίπτωση δεν είναι έμφυτα , ούτε μπορούν να δοθούν με διάταγμα ή ως δώρο.­
Πρωταρχικά  ως αξιόλογος παιδαγωγός  παρακινείται από την πηγαία του θέληση και το όραμά του να διαμορφώσει ανθρώπους εμφορούμενους με αξίες, ιδανικά, κριτική ικανότητα και όχι παθητικούς θεατές των γεγονότων. Η ηθικοπλαστική αναμόρφωση των μαθητών είναι το ζητούμενο για το εκπαιδευτικό σύστημα. Μόνον με σωστούς ανθρώπους που έχουν ολοκληρωμένη προσωπικότητα, μπορεί να ανελιχθεί μία κοινωνία.
Εν συνεχεία η αποφασιστικότητα,  σε συνδυασμό με την ταπεινοφροσύνη, αποτελούν βασικές ικανότητες για τον σωστό δάσκαλο, οι οποίες θα πρέπει να λειτουργούν  συνεπικουρικά.  Σε κάθε περίπτωση ο εκπαιδευτικός οφείλει να αναλαμβάνει την ευθύνη λήψης αποφάσεων.  Από την άλλη μεριά όμως, δεν πρέπει να αυθαιρετεί στις τοποθετήσεις του και να καθίσταται δογματικός. Σε αυτό το σημείο έρχεται και συμπλέκεται η ταπεινοφροσύνη, που λειτουργεί κατασταλτικά και βοηθά στη λήψη ορθών και μετρημένων αποφάσεων.  Όταν ομιλούμε για ταπεινοφροσύνη δεν υπονοούμε  την έλλειψη σεβασμού, τη δειλία ή τη μοιρολατρία. Αντιθέτως, η προαναφερθείσα αρετή προϋποθέτει  αυτοπεποίθηση, αυτοσεβασμό και σεβασμό προς τους άλλους.
Ο  δημοκρατικός εκπαιδευτικός υποχρεούται να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τους μαθητές και μελλοντικούς δημοκρατικούς πολίτες της κοινωνίας. Δε νιώθει δέσμιος μπροστά στο κατεστημένο, δεν επιβάλλεται με απολυτότητα, αλλά σέβεται την ελευθερία της σκέψης, του φρονήματος των παιδιών, των συναδέλφων του, των συνανθρώπων του, προσπαθώντας με πράξεις να κρατήσει σταθερό το "πηδάλιο άξιών" για να έχει αίσιο τέλος το ταξίδι με συνοδοιπόρους τους μαθητές του προς κόσμους θεληματικούς. Κάθε του ενέργεια έχει στόχο το καλό του παιδαγωγούμενου, δεν πραγματοποιείτα ποτέ καιροσκοπικά και  για το θεαθήναι. Οι διαπροσωπικές σχέσεις με τους μαθητές του, καθώς και με όσους συνεργάζεται θα πρέπει να βασίζονται πάνω στη νηφαλιότητα, τη δικαιοσύνη, την τιμιότητα,  τη φιλικότητα και την ανθρωπιά.
Δυστυχώς όμως, παρατηρείται σε πολλές των περιπτώσεων , εκπαιδευτικοί να έχουν εφησυχάσει και να μην ενδιαφέρονται πραγματικά για τους μαθητές τους. Το σκεπτικό είναι μοιρολατρικό και απεικονίζεται γλαφυρά στα παρακάτω λόγια: «Και τι μπορώ να κάνω; Δεν είμαι εγώ ο αρμόδιος που θα  αλλάξει το σαθρό σύστημα εκπαίδευσης. Είτε με θεωρούν  κακό  δάσκαλο, είτε στοργικό και με ζήλο δάσκαλο που ενδιαφέρεται  για τα παιδιά κι επιτελεί ολοκληρωμένο έργο, κακοπληρωμένος και αγνοημένος θα είμαι από το κράτος και στις δύο περιπτώσεις. Οπότε δεν  κάνω τίποτα!»  Όντως αυτή είναι η πιο βολική θέση, αλλά συγχρόνως δηλώνει παραίτηση από τον αγώνα της προσφοράς του δασκάλου και του ρόλου του ως παιδαγωγού. Έτσι εδώ έχουμε άρνηση του λειτουργήματος που κλήθηκε να επιτελέσει. Τουναντίον,  η επαγρύπνηση και η συμμετοχή του στη μάθηση και στη διαμόρφωση υπεύθυνων κι άξιων προσωπικοτήτων,  είναι προαπαιτούμενο για την ορθή και συνεπή άσκηση των καθηκόντων του. Τότε μόνον δικαιούται να χαρακτηρίζεται ως άξιος παιδαγωγός.

Εν τέλει ο προοδευτικός εκπαιδευτικός πρέπει να πείσει τον εαυτό του ότι δεν είναι μόνο μεταδότης γνώσεων, αλλά και πολιτικός αγωνιστής καθώς και διαμορφωτής συνειδήσεων. Η δουλειά του δεν ολοκληρώνεται με τη  διδασκαλία των μαθημάτων, αλλά συνεχίζεται με τη  συμμετοχή και αφιέρωσή του στον αγώνα για την αποδοχή της διαφορετικότητας, της ισότητας και της εξάλειψης της κοινωνικής αδικίας.

Η Εκπαίδευση των Ηγετών μας


Όπου κι αν βρεθούμε, όπου κι αν κοιτάξουμε, όποιο μέσο πληροφόρησης κι ενημέρωσης κι αν ακούσουμε, δούμε ή διαβάσουμε, θα διαπιστώσουμε ότι παντού ή σχεδόν παντού υπάρχει πείνα, δυστυχία, φτώχεια, ανέχεια, εγκληματικότητα, απανθρωπιά, πόλεμος…
Σήμερα ο κόσμος συνθλίβεται μεταξύ της μοιρολατρίας και της χρηματολατρείας, της δήθεν προσπάθειας για την καταπολέμηση της φανερής βίας και της αφανούς υπόθαλψής της ή και πολλές φορές της ενθάρρυνσής της. Αποκομμένος από τις ρίζες του κλυδωνίζεται από την εγκατάλειψη του πηδαλίου των αιώνιων αξιών. Κυριαρχεί η υποκρισία, ο ρατσισμός, το μίσος και η ξενοφοβία, γιατί ο διπλανός του τυγχάνει να είναι αλλόφυλος, αλλόθρησκος, αλλοεθνής.
Κάθε χρόνο εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν λόγω υποσιτισμού, χιλιάδες γυναίκες χάνουν τη ζωή τους  από τις αρρώστιες. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στους δρόμους και στο έλεος των ναρκωτικών. Εκατομμύρια άνεργοι στις βιομηχανικές (πλούσιες) χώρες τις οδηγούν σε μία δύσκολη οικονομική κατάσταση με απρόβλεπτες συνέπειες. Εκατομμύρια πρόσφυγες λόγω πολεμικών συγκρούσεων, αλλά και για να γλιτώσουν από τη βία, την ξηρασία ή την καταστροφή του περιβάλλοντος φεύγουν από τους τόπους τους.
Το κύμα της μετανάστευσης κάθε μέρα φουντώνει όλο και περισσότερο, αφού οι δυστυχισμένοι  άνθρωποι αναζητούν τόπο και τρόπους για να επιβιώσουν. Εν ονόματι της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας ποταμοί αίματος ρέουν προς τη θάλασσα.
Και για όλα αυτά υπεύθυνοι είναι οι ηγέτες των χωρών όλου του κόσμου, αφού οι περισσότεροι από αυτούς πολιτικοί, θρησκευτικοί, πνευματικοί, στρατιωτικοί και οι τεράστιες δυνάμεις που κρύβονται πίσω τους και κινούν τα νήματα των δραστηριοτήτων τους δημιουργούν τους πολέμους για να εμπορεύονται τα όπλα, καλλιεργούν τον ευδαιμονισμό και τους ψεύτικους παραδείσους για να εξασφαλίζουν πελάτες των ναρκωτικών, θυσιάζουν τους πολίτες τους, ή τους οπαδούς τους για να ικανοποιήσουν προσωπικές  φιλοδοξίες, φανατίζουν ακόμα τους λαούς τους για να πολεμούν τους άλλους και να καπηλεύονται τη δυστυχία τους, αποκοιμίζοντάς τους με τους προπαγανδιστές τους και τα μέσα επικοινωνίας για να μην τους ελέγχουν.
H λύση του προβλήματος θεωρώ ότι βρίσκεται στη δημιουργία μιας εξειδικευμένης Πανεπιστημιακής Κοινότητας, όπου θα παρέχεται παιδεία και εκπαίδευση στους ηγέτες, κυρίως στους πολιτικούς όλου του κόσμου, με κοινούς σκοπούς, οράματα και στόχους. Μία παιδεία και εκπαίδευση που θα στηρίζεται στον σεβασμό της ανθρώπινης ζωής, στον σεβασμό των αρχών του δημοκρατικού πολιτεύματος με παραδεκτές αξίες, στον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, στην οικειοποίηση της αρχής ότι ο άλλος είναι ισότιμος και ισάξιος μέτοχος της γης, στην ανάληψη ευθύνης  από κάθε ηγέτη για προώθηση και εγκαθίδρυση ενιαίας πολιτικής, ειρηνικής και γόνιμης συνεργασίας των λαών, στην ευγενή άμιλλα των ηγετών, στην εφαρμογή της αρχής της δικαιοσύνης, στην καλλιέργεια της σφοδρής επιθυμίας για αναζήτηση της αλήθειας και στον μετριασμό του πάθους για επιζήτηση του κέρδους και την αποθησαύριση του πλούτου.
Έτσι, διαμέσου αυτής της Πανεπιστημιακής Κοινότητας θα βγαίνουν ηγέτες, που από τον βίο και την πολιτεία τους θα εμπνέουν τους λαούς τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ανεξάρτητοι πνευματικοί πολίτες και ψυχικά απολυτρωμένοι που θα ζουν αρμονικά μεταξύ τους, σεβόμενοι  ο ένας την ιστορία και τον κοσμοπολιτισμό του άλλου.
Μόνο με αυτό το πνεύμα των ηγετών θα εξασφαλιστεί η ευμάρεια των ανθρώπων και των κρατών και θα διασφαλιστεί η επιβίωση του ανθρώπου στη γη. Είναι σίγουρα ένα σκεπτικό που ίσως μας οδηγήσει κάποια στιγμή στο άνοιγμα των συνόρων, σε μία παγκόσμια ειρηνική συνύπαρξη, χωρίς πολεμικό εξοπλισμό, σε μία πραγματική  ελευθερία. Πόσο εφικτό είναι όμως όλο αυτό; «Δεν υπάρχουν απραγματοποίητα όνειρα, μόνο η πεπερασμένη μας αντίληψη για το τι είναι πραγματοποιήσιμο».

Κυριακή 15 Μαΐου 2016

Το Λυκόφως που ξεγελά

                                            
Η καταθλιπτική μορφή του λυκόφωτος προσφέρει μία αγαλλίαση, έναν οργασμό αναπόλησης και μία ελπίδα υπαρκτή μεν, τελεολογική δε για να σβήσει. Αυτή είναι η φύση των πραγμάτων. Πάντα πριν το τέλος υπάρχει μία αναλαμπή, ένα φως, μία νεκρανάσταση παροδική, που μπορεί να πολεμά για μία ζωή παρελθοντική, αλλά το τέλος είναι αναπόφευκτο. Το λυκόφως και εν συνεχεία το τελειωτικό σβήσιμο, το διαδέχεται ένα νέο λαμπρό δημιούργημα,  πηγαίο και αστραφτερό, αυτόφωτο, μέχρι να κάνει τον κύκλο του και να σβήσει κι αυτό. Δεν χωρά συμβιβασμούς και ο ρους της Ιστορίας προχωρά αλλάζοντας πρωταγωνιστές, οι οποίοι πρέπει να μοχθήσουν για να καταφέρουν να βρεθούν στο πάνω μέρος του υψηλού κύματος που φέρνει η παλίρροια της Ιστορίας για να παρασύρει στο διάβα αυτούς που είναι έτοιμοι και δύνανται να το «ιππεύσουν». Έφιπποι καθώς είναι, κομπορρημονούν για τα επιτεύγματά τους, για το δρόμο που βλέπουν να ανοίγεται και την δαιμονιώδη ταχύτητα που τους κουβαλά το κύμα, μέχρι να τους ξεβράσει και να σηκωθεί το νέο κύμα φυγής προς τα εμπρός.
Ας μεταφερθούμε στην εποχή μετά το «ακατόρθωτο» επίτευγμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου να κατακτήσει σχεδόν ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο, φτάνοντας μέχρι τον Ινδό ποταμό και τη Νότια Αίγυπτο. Ο συνασπισμός των Ελλήνων υπό την ηγεσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πλην των Λακεδαιμονίων, κατάφερε να υποτάξει στα κελεύσματά του την παγκόσμια ιστορία. Στην ουσία όμως, οι Μακεδόνες ήταν αυτοί που πήραν τον κλήρο να κατατροπώσουν το Περσικό κράτος και να διάγουν την Ανατολή. Το πολύλαμπρο εγχείρημα των Μακεδόνων άρχισε να χάνει το φως του μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα κατορθώματα του οποίου παραλληλίστηκαν με αυτά του Ομηρικού Αχιλλέως. Ο θάνατός του θορύβησε τους πάντες και αποτέλεσε το τέλος μιας χρυσής εποχής για τον ελληνισμό. Από αυτό το σημείο και έπειτα άρχισαν τα δεινά για τους Έλληνες, στων οποίων το αίμα  κυλούσε μία διασπαστική φρενίτιδα, που κόστισε ακριβά και συνεχίζει ακόμη και στις μέρες μας να μας εμποτίζει. Έτσι, και για τους Αθηναίους, τους άλλοτε ισχυρούς, που τώρα έμοιαζαν να είναι η σκιά της λαμπράς περιόδου του Περικλή και των σπουδάιων φιλοσόφων, εκείνη η χρονική συγκυρία μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, φάνταζε ιδανική για να αποκτήσουν τη χαμένη τους αίγλη, εκτοπίζοντας τους Μακεδόνες και αρπάζοντας αυτοί το πηδάλιο της κυριαρχίας. Η Ιστορία όμως, είναι πειθαναγκαστική και πίσω δε γυρνά. Εκείνη την εποχή, το 322 π.Χ., στην Αθήνα υπήρχε μια κατάσταση στατική, με τον στρατηγό Λεωσθένη και διάφορους δημαγωγούς, κατώτερων των περιστάσεων, όπως τον Υπερείδη, να θεωρούν τη στιγμή κατάλληλη να επιτεθεί η Ελλάς κατά των Μακεδόνων, για να βρεθεί πάλι στο προσκήνιο των πρωτοβουλιών η Αθήνα. Ο διακαής πόθος για επιστροφή στις ένδοξες εποχές, αποδείχτηκε πλάνη για τους Αθηναίους, οι οποίοι στην αρχή ήλπισαν σε κυριαρχία τους, με τις πρώτες μάχες του Λεωσθένους και του Αντιφίλου να είναι κερδισμένες στη Θεσσαλία, τα αποτελέσματα όμως της συνέχειας των μαχών απέβησαν τραγικά για αυτούς. Στην Άβυδο, ο στόλος των Αθηναίων δέχτηκε το πρώτο χτύπημα από τους Μακεδόνες για να καταλήξουμε στην οριστική πανωλεθρία της Αμοργού. Οι ευθύνες για αυτή την καταστροφή οφείλονται σε λαοπλάνους πολιτικούς εκείνης της εποχής, που παρέσυραν τον Δήμο των Αθηναίων σε αυτό το κουτό εγχείρημα, που η αποτυχία του ήταν προδιαγεγραμμένη. Ωστόσο, είναι συγκινητικό ότι οι Αθηναίοι αγνόησαν την παρακμή στην οποία βρίσκονταν και σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο «τις αντικειμενικές συνθήκες της Ιστορίας...τη διαφορά των καιρών...και τη μεγάλη διαφορά που χώριζε τον ίδιο τον ευατό τους από τους παλαιούς Αθηναίους...νόμισαν οι Αθηναίοι του 322 π.Χ ότι μπορούσαν να καθορίσουν την πορεία της ιστορίας...». Το Λυκόφως του πολιτισμού των Αθηναίων δημιούργησε τη μεγάλη ελπίδα για αναζωπύρωση των παλαιών ένδοξων εποχών, όταν οι ίδιοι ήταν και κυρίαρχοι, αλλά στην ουσία ήταν η τελευταία λάμψη, πριν το αστέρι σβήσει δια παντός. Ο διχασμός των αρχαίων ελληνικών πόλεων, η αδυναμία τους στο να συνασπιστούν για ένα ισχυρό παγκόσμιο κράτος, που επί Μεγάλου Αλεξάνδρου είχε φτάσει στα πέρατα του κόσμου, άνοιξε την Κερκόπορτα της Ιστορίας για την υποταγή των ελληνικών πόλεων στους Ρωμαίους και στην ίδρυση της επερχόμενης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Αρχαίοι Έλληνες δεν μπόρεσαν να ενωθούν υπό το όραμα μιας Πανελλήνιας ένωσης, που μάλλον έμεινε στα λόγια, με συνεχείς εμφύλιες διαμάχες.
Ερχόμενοι στη σύγχρονη ιστορία, οι εμφυλιοπολεμικές διαθέσεις που πρεσβεύουν τα κόμματά μας, η μη σύμπλευση για ένα κοινό εθνικό όραμα, οι λαϊκίστικες ρητορείες, η στοχοποίηση ανθρώπων σε δοσίλογους και μη, οι ριπές κατά των παραδόσεών μας, κυοφορούν ένα τέκνο που πάντα είχε η Ελλάδα στα σπλάχνα της, αυτό του εθνικού διχασμού, το οποίο όταν θεριεύει, φέρνει εθνικές ήττες με ανυπολόγιστες συνέπειες. Το έχουμε ζήσει στο παρελθόν πολλάκις, αλλά δε διδασκόμαστε από την ιστορία μας και αυτό είναι λυπηρό.