Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

Ο Οιωνός ξεψύχησε μαζί και η Ελπίδα



Ξημερώματα 15ης Οκτωβρίου του 2125, το κτίριο σείστηκε και εν συνεχεία κατέρρευσε ολοσχερώς, λες και ήταν παλάτι κτισμένο από άμμο, όπως τα κάστρα που χτίζουν τα παιδάκια δίπλα στη θάλασσα. Ποιος να το περίμενε …. ένα ιστορικό  κτίριο στο κέντρο της πόλης που προσέδιδε έναν κοσμοπολιτισμό και είχε ταυτιστεί με την ιστορία του τόπου και ολάκερης της Οικουμένης, να καταρρεύσει έτσι ξαφνικά. Στους κατοίκους πλέον, έμοιαζε πλήρως απαρχαιωμένο, σκοταδιστικό. Πού να συγκριθεί με τις πολυτελείς σύγχρονες βίλες στο κέντρο της πόλης. Έπρεπε να γκρεμιστεί, γιατί χαλούσε τη σύγχρονη, προοδευτική αισθητική, όπως υποστήριζαν οι αρμόδιοι αρχιτέκτονες, αλλά και συνασπισμένος ο κόσμος. 
Κάποτε το κτίριο αυτό, πριν από πολλά χρόνια μεσουρανούσε, αποτελούσε ένα αξιοθέατο για τον οποιονδήποτε επισκέπτη της χώρας, αλλά και για τους ντόπιους κατοίκους. Είχε χαραχτεί στη συνείδησή τους, ως το μέρος που ακτινοβολούσε πολιτισμό. Πράγματι, εντός του κτιρίου στεγαζόταν ένα υπέρλαμπρο μουσείο με αρχαιοελληνικά έργα τέχνης, υψηλής αισθητικής και αξίας, που δείκνυε τις καταβολές, τις ρίζες του ελληνικού πολιτισμού.
Περνώντας τα χρόνια το κτίριο πάλιωνε, χρειαζόταν επιδιορθώσεις και αναπαλαιώσεις. Έγιναν πολλές ανακαινίσεις και το κτίριο με όλο του τον πολιτιστικό θησαυρό ήταν εκεί, όρθιο και λαμπρό για να θυμίζει την ένδοξη ιστορία όλου του ελληνισμού.
Το κτίριο αυτό, εκτός από τον χώρο του μουσείου, περιείχε και τέσσερα διαμερίσματα, τα οποία κατοικούνταν. Οι ένοικοι, ήταν επιφορτισμένοι με την προσοχή του μουσειακού χώρου. Μεταξύ άλλων σε αυτό το κτίριο κατοικούσε η κ. Αρετή, η οποία εξέπεμπε ένα γνήσιο σεβασμό σε όποιον τη γνώριζε, με τον άνδρα της τον κ. Σοφό και τα δύο παιδιά τους, την Ελπίδα και τον Οιωνό. Στο δεύτερο διαμέρισμα κατοικούσε η κ. Δημοκρατία με τον άνδρα της, τον  κ. Πολιτισμό. Εξαίρετο ζευγάρι και αυτό διακρινόταν για τα δημοκρατικά τους αισθήματα,  το ήθος τους, την ευαισθησία για οποιοδήποτε πολιτιστικό και πολιτισμικό πλούτο. Καρπός του έγγαμου βίου τους ήταν η κόρη  τους Δικαιοσύνη, γαλουχημένη με αρχές και ιδανικά, τόσο δίκαιη ως προς τις αποφάσεις της που περιπαικτικά οι φίλοι της  είχαν βγάλει το παρατσούκλι Ακριβοδίκαιη. Πολλές φορές την καλούσε για παιχνίδι η καλή φίλη της, η Αιδώς, η οποία διέμενε στο 3ο διαμέρισμα και ήταν τόσο αυστηρή, όταν δε τηρούνταν οι κανόνες του παιχνιδιού, που τα υπόλοιπα παιδιά στο κοίταγμά της ντρεπόντουσαν και αμέσως ζητούσαν συγγνώμη. Η Αιδώς ήταν γέννημα θρέμμα του πατέρα της, του κ. Νόμου, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη μη παραβίαση της έννομης τάξης, και της μητέρας της, της κ. Ευθύνης, γνωστή στη γειτονιά για την εντιμότητα και την υπευθυνότητά της. Πλησίον, στο 4ο διαμέρισμα, διέμενε ο κ. Πνευματικός λόγος, εργένης, ίσως ολίγον τι παρεξηγημένος που επέλεξε να μην κάνει οικογένεια, αλλά τόσο πνευματώδης και σοφός, που όλη η γειτονιά είχε να λέει για την οξυδέρκεια και για τη μαεστρία στον χειρισμό της γλώσσας. Πολλές φορές, τα παιδιά των τριών οικογενειών τον επισκέπτονταν για να τους διδάξει μαθήματα ορθής χρήσης της γλώσσας και να τους μεταλαμπαδεύσει τις ακόρεστες γνώσεις που είχε αποκτήσει από το διάβασμα φιλοσοφικών βιβλίων. Η καλή γειτνίαση, όπως και η κοινή αγάπη τους για το μουσείο αποτελούσε το μυστικό των άριστων σχέσεων που είχαν οι ένοικοι των διαμερισμάτων.
Ο Οιωνός ωστόσο, δεν είχε καλό προαίσθημα, προβλέποντας ότι η αδιαφορία, όπως και η απομάκρυνση του κόσμου από την ιστορική παρακαταθήκη θα αποτελέσει τη δαμόκλειο σπάθη για τον πολιτισμό, τη γλώσσα,  τις αξίες, τα ιδανικά, για όλα αυτά που έκαναν τη σπουδαία κλασική φιλόλογο και ελληνίστρια, εξέχουσα προσωπικότητα στον χώρο των αρχαιοελληνικών σπουδών, Ζακλίν ντε Ρομιγί να διατυπώσει τα εξής: «Όλος ο κόσμος πρέπει να μάθει ελληνικά, γιατί η ελληνική γλώσσα μας βοηθά πρώτα από όλα να καταλάβουμε τη δική μας γλώσσας. Τα αρχαία είναι οι ρίζες της γλώσσας μας και πρέπει να τα φροντίζουμε, γιατί η γλώσσας μας τα έχει ανάγκη, όπως ακριβώς κάθε ζωντανός οργανισμός έχει ανάγκη από τις ρίζες του».

Ξαφνικά μία πρωία, από τις ανώτατες αρχές του τόπου αποφασίζεται το γκρέμισμα του κτιρίου (η αποκοπή δηλαδή από τις ρίζες μας). Η κατάρρευση του κτιρίου είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή έργων τέχνης απαράμιλλης πνευματικής και ιστορικής αξίας, που έπληξε το παγκόσμιο βεληνεκές, και συνάμα οδήγησε στον αφανισμό των κατοίκων του κτιρίου, δηλαδή της ΑΡΕΤΗΣ, του ΣΟΦΟΥ, της ΕΛΠΙΔΑΣ, του ΟΙΩΝΟΥ, της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, του ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, της ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣΗΣ, της ΑΙΔΟΥΣ, του ΝΟΜΟΥ, της ΕΥΘΥΝΗΣ, του ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ. Η υστεροφημία των προσώπων ήταν ότι απέμεινε από τον άδικο χαμό των θαμώνων του κτιρίου. Η ανθρωπότητα εκείνο το πρωί, που καλύτερα να μην ξημέρωνε, ξύπνησε φτωχότερη με ενοχικές συνειδήσεις να καταπνίγουν τον καθένα ξεχωριστά.

Η πνευματική αναγέννηση διανοούμενων - δοκιμιογράφων

Τόσο ο Παπανούτσος, όσο και ο Δ.Ν. Μαρωνίτης επεσήμαναν τη διδακτική διάσταση του δοκιμιακού λόγου. Το δοκίμιο θέτει σε λειτουργία τη σκέψη, δίνει ερεθίσματα για ενεργοποίηση της κριτικής ικανότητας, προκαλεί τον προβληματισμό του αναγνώστη. Είναι προϊόν στοχασμού, ωριμότητας, σφαιρικής και αποστασιοποιημένης προσέγγισης των πραγμάτων. Μακριά από δογματισμούς, με τη θεματική του πολυμέρεια και τη στοχευμένη διείσδυση στις ρίζες των προβλημάτων, προσπαθεί να καταγράψει την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων αναζητήσεων. Οι δύο κύριες κατηγορίες των δοκιμίων είναι τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά. Τα αντικειμενικά εκκινούνται από την προβληματική που αφορά επιστημονικά θέματα, ενώ τα υποκειμενικά αποτελούν πραγματείες ελεύθερου στοχασμού του συγγραφέα σε θέματα που σχετίζονται με την κοινωνία και τη ζωή. Το υποκειμενικό δοκίμιο συνδυάζει τη βαθύτητα του στοχασμού και την έκφραση της προφορικής ομιλίας, έχοντας μία χαλαρότητα στη δομή, εν αντιθέσει του αντικειμενικού, που επιτάσσει μία τυπικότερη και αυστηρότερη δομή.
Oι πνευματικοί ορίζοντες μακραίνουν, η σκέψη στροβιλίζεται, οι πνευματικές προεκτάσεις αναδιαμορφώνονται. Όπως λέει ο Παπανούτσος, τεχνίτης του είδους: «Το δοκίμιο δε δίνει λύσεις αλλά μας τροφοδοτεί με αρκετά στοιχεία, για να προχωρήσουμε μόνοι σ’ αυτές, όπως εμείς θα τις διανοηθούμε. Δεν μας υποδουλώνει τη σκέψη, δεν μας νεκρώνει τη φαντασία… είναι παρορμητικό είδος πνευματικής κινήσεως και ζωής». Η αφορμή μπορεί να είναι ένα περιστατικό, ένα γεγονός, μία είδηση, μία σκέψη και ο δοκιμιογράφος ορμώμενος με τα πυρά των ανησυχιών του και της στοχαστικής του δεινότητας εξακοντίζει τον νου για να βρει τους συνδετικούς αρμούς που θα δομήσουν το συγγραφικό δημιούργημα. O Γεώργιος Θεοτοκάς το 1929 δημοσιεύει το δοκίμιο «Ελεύθερο Πνεύμα», ένα δριμύ κατηγορώ στην τελματώδη  πνευματική παραγωγή της Ελλάδας. Προκρίνει τον ελεύθερο στοχασμό και την πηγαία σκέψη σε μία εποχή, όπου επικρατεί η καθαρά επιστημονική σκέψη. Ως φορέα αυτής της αλλαγής βλέπει τη νέα γενιά ανθρώπων, οι οποίοι θα ξεφύγουν από την παγιωμένη και σε καλούπια βασισμένη λογοτεχνική παραγωγή και θα υπηρετήσουν μία απελευθερωμένη τέχνη. Παρακολουθεί τη γενιά του 1930 και θεωρεί ότι μπορεί να επιφέρει ένα κλίμα ανανέωσης στη λογοτεχνική παραγωγή του τόπου και ως εκ τούτου την ανανέωση του κόσμου, όπως και έγινε.
Η εύστοχη αντίληψη του δοκιμιογράφου - διανοούμενου, η υπό διαφορετικό πρίσμα θέαση των γεγονότων, ιδεών και σκέψεων που ο κοινός νους δε θα μπορούσε να συλλάβει, αποτελεί το αντίδοτο στη βαλτωμένη κοινωνία. Έχουμε ανάγκη από νέες ιδέες, νέες προτάσεις, νέα οπτική των πραγμάτων. Έμπλεος πηγαίας σκέψης, οξυδερκούς ματιάς, ανανεωτικής και αστείρευτης ευαισθησίας, ο ευσυνείδητος δοκιμιογράφος βρίσκεται στο πλάι του πονεμένου, του αδικημένου, αυτού που προσπαθεί να κρατηθεί από κάπου και να πατήσει γερά στα πόδια του, αλλά το κεκαλυμμένο δήθεν αναλγητικό, στην ουσία όμως, ανάλγητο όπως αποδεικνύεται πρόσωπο μιας κοινωνίας, που προσπαθεί να καθηλώσει κάθε προσπάθεια υγιούς προβληματισμού, ανόρθωσης του ηθικού, στροφής στη λογική, δε βρίσκει απόκριση. Δυστυχώς, κοινή πεποίθηση αποτελεί ότι πολλοί από τους σύγχρονους προβεβλημένους διανοούμενους - δοκιμιογράφους περνούν κάτω από τον πήχη των περιστάσεων, εφησυχασμένοι στη ματαιοδοξία τους, μείνανε και αυτοί προσκολλημένοι στους τύπους χάνοντας την ουσία, αν όχι έμμισθοι υπάλληλοι, τουλάχιστον υμνωδοί της εκάστοτε άρχουσας τάξης.
Δε θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι οι περισσότεροι σύγχρονοι προβεβλημένοι σε τηλεοπτικά πάνελ και στον έντυπο τύπο διανοούμενοι δεν οχύρωσαν, όπως όφειλαν την κοινωνία, αλλά και αυτοί με τις ενορχηστρωμένες, καθ’ υπαγόρευση πολλές φορές θέσεις τους, αποτέλεσαν τον οδοστρωτήρα για την έλευση της κρίσης που ακολούθησε. Όπως φαίνεται η εποχή διανοητών, όπως του Παπανούτσου, Σεφέρη και Ελύτη πέρασε ανεπιστρεπτί, βυθίζοντας στη πνευματική αγνωμοσύνη το έθνος μας. Αυτό στο οποίο ευελπιστούμε είναι μία «κίνηση» των άφθαρτων διανοούμενων, που βρίσκονται στο παρασκήνιο των πραγμάτων. Όπως διατύπωσε και ο νομπελίστας μας Οδυσσέας Ελύτης, πιο επίκαιρος από ποτέ: «Θέλει μελτέμι γερό, γεννημένο στην Τήνο που να έρθει με την ευχή της Παναγίας για να καθαρίσει τον τόπο από όλων των λογιών της γηραιάς Ευρώπης και της Τουρκιάς τα απομεινάρια». Η πνευματική αναγέννηση του τόπου μας αναζητά διακαώς τους εκφραστές της…

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

45 ΧΡΟΝΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΓΝΩΜΗ» ΩΣ ΣΤΥΛΟΒΑΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

                                  



Τον πρώτιστο λόγο στις δημοκρατικές κοινωνίες κατέχει η ελευθερία λόγου και έκφρασης. Ο κάθε πολίτης έχει το αναφαίρετο δικαίωμα σκέψης και έκφρασης προφορικώς ή γραπτώς των ιδεών του. Απαράβατος όρος και ζωοτόκος για την ύπαρξη ενός δημοκρατικού πολιτεύματος είναι ο σεβασμός της προσωπικής άποψης, η ανεκτικότητα ακόμα και στη διαφορετική γνώμη. Τοιουτοτρόπως αναπτύσσεται ένας εξευγενισμένος διάλογος, με ποικιλία επιχειρημάτων και θέσεων, ικανός να προάγει τη γνώση, να κατατροπώσει την πλάνη, να ενδυναμώσει την ελευθερία της σκέψης. Ο έντυπος τύπος υπήρξε ιστορικά πυλώνας στήριξης των δημοκρατικών αρχών, καθώς έδωσε την ευκαιρία στους πολίτες να έχουν πρόσβαση με μαζικό και οικονομικό τρόπο, σε ειδήσεις. Οι πολίτες, διαμέσου της ανάγνωσης εφημερίδων, ενημερώνονται για ποικίλα θέματα πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής, εκπαιδευτικής φύσεως. Η ελευθεροτυπία και η ελευθερία έκφρασης αποτελεί δείκτη για το πόσο δημοκρατική είναι μία κοινωνία, η δε χειραγώγηση του τύπου οδηγεί σε απολυταρχικά καθεστώτα. Γίνεται αντιληπτό ότι η έκδοση και κυκλοφορία εφημερίδων, οι οποίες διακατέχονται από πλουραλισμό, δεν αποκλείουν απόψεις και είναι ανοιχτές στην άσκηση κριτικής, συντελούν εν τέλει στην ενίσχυση της δημοκρατικής συνείδησης των πολιτών. Μία εφημερίδα, η οποία συγκεντρώνει τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, δεν είναι άλλη από την τοπική εφημερίδα της πόλης των Πατρών «Η ΓΝΩΜΗ» με ιδρυτή και εκδότη τον κ. Χρήστο Χριστόπουλο. Είμαι ευγνώμων που τα τρία τελευταία χρόνια είμαι μέλος της εφημερίδας ως τακτικός αρθρογράφος. Σαράντα πέντε χρόνια αδιάλειπτης και δυναμικής πορείας συνθέτουν τον βίο της εφημερίδας, με γνώμονα την αντικειμενική και πλουραλιστική ενημέρωση. Ιδιαίτερα στις τωρινές συνθήκες, όπου η χώρα μας βιώνει έναν Γολγοθά κοινωνικοπολιτικής δυστοκίας και ηθικής κατάπτωσης, είναι απαραίτητη όσο ποτέ η ουσιαστική πληροφόρηση. Εύχομαι από καρδίας, λοιπόν, η εφημερίδα να συνεχίσει το ταξίδι της στα τρικυμισμένα νερά της σύγχρονης εποχής με την ίδια αποφασιστικότητα και αγχίνοια, υπό τον έλεγχο του άξιου καπετάνιου της κ. Χρήστου Χριστόπουλου για πολλά χρόνια ακόμα.

Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

Ν. Καζαντζάκης: Ένας περήφανος Κρητικός και γνήσιος Ουμανιστής



Ο άρτιος ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, δημοσιογράφος, που γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1883 και δάμασε τα κύματα της διανόησης που απλώνονταν από τις εκεί ακτές έως τις μακρινές θάλασσες της οικουμένης. Ο βίος και η πολιτεία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια «Οδύσσεια». Η αγέρωχη κρητική λεβεντιά κοσμημένη με έναν γνήσιο ευρωπαϊκό κοσμοπολιτισμό αποτέλεσε το εύφορο υπόστρωμα για την πρόσληψη των μεγαλοφυών λογοτεχνικών δημιουργημάτων του. Σύμφωνα με τον Πολίτη (2009) το ογκώδες συγγραφικό έργο του είναι δύσκολο να αποτιμηθεί πλήρως και να ενταχθεί στη ροή της ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας, αφού είναι ιδιότυπο και ακολουθεί μία προσωπική οδό, διανθισμένη με τις ευρωπαϊκές ιδέες και συγκεκριμένα τη Νιτσεϊκή φιλοσοφία περί υπερανθρώπου και απιστίας, όπως και την αντιλογοκρατική φιλοσοφία του Bergson, συνδιαλεγόμενη με τον πραγματισμό του William James. Ο κοσμοπολιτισμός του Καζαντζάκη διαμορφώνεται ανάγλυφα από τα πολλά ταξίδια του σε χώρες εντός και εκτός Ευρώπης. Επισκέπτεται μεταξύ του 1918 και 1933 την Ελβετία, τη Ρωσία,  τη Γαλλία, την Ισπανία, Ιαπωνία, Κίνα για να νοσηλευτεί το 1957 στη Γερμανία, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο πολυταξιδεμένος Καζαντζάκης και αναγνωρισμένος ανά τον κόσμο για το συγγραφικό έργο του δεν μπόρεσε να στεριώσει στην πατρίδα του. Τουναντίον πολεμήθηκε από την μετεμφυλιακή  Ελλάδα, ύπουλα, δεχόμενος χτυπήματα κάτω από τη μέση, στερούμενος την ευκαιρία να διεκδικήσει ένα βραβείο Νόμπελ, το οποίο άξιζε, προτείνοντας στη θέση του κάποιον άγνωστο κύριο Οικονόμου (Αρκουδέας, 2015). Σύμφωνα με τον Αρκουδέα (2015) το χαμένο Νόμπελ του Καζαντζάκη, αποτελεί και χαμένη ευκαιρία για την πολύπαθη Ελλάδα των εμφυλιοπολεμικών συγκρούσεων, μία  Ελλάδα, η οποία τρώει τα άξια παιδιά της και άρα στην ουσία δεν της άξιζε μία τόσο μεγάλη διάκριση, η οποία θα έστρεφε τα φώτα της παγκόσμιας κοινότητας πάνω της, που τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, το είχε τόσο ανάγκη, αλλά για ακόμη μία φορά τα υπερτροφικά εγώ εντός των τειχών επιθυμούσαν μία Ελλάδα αποδυναμωμένη, χωρίς διακρίσεις και τιμές, σκάβοντας τον λάκκο του Καζαντζάκη, έσκαβαν στην ουσία τον λάκκο της Ελλάδας. Για να καταλήξει ο Αρκουδέας γράφοντας: «Το χαμένο Νόμπελ του Καζαντζάκη ήταν ο θρίαμβος των μεθοδεύσεων ενός κράτους που είχε μάθει να ενεργεί με παρακρατικούς τρόπους… η ολόκληρη Ελλάδα είναι ένα χαμένο Νόμπελ».
Ο νεαρός Καζαντζάκης πρωτοεμφανίζεται στα Γράμματα το 1906 με τη νουβέλα «Ὄφις και Κρίνο», ακολουθεί  το δοκίμιο «Ἀρρώστια τοῦ αἰώνος», και το δράμα «Ξημερώνει» με ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή, εντυπωσιάζοντας τη λογοτεχνική κριτική (Σταύρου, 1997). Ο νεανικός έρως για την πρώτη του γυναίκα Γαλατεία οδήγησε στο πρωτότυπο ερωτικό πεζό ποίημα «Ὄφις και Κρίνο», στο οποίο απουσιάζει το μέτρο και η ομοιοκαταληξία μεν (Μιράσγεζη, 1982), πλεονάζει δε η ερωτική μελωδία, πάνω στην οποία υφαίνεται το υφαντό αυτής της ποιητικής σύνθεσης, καθιστώντας το ως ερωτικό παιάνα, με τους δυο ερωτευμένους πρωταγωνιστές να πεθαίνουν σφιχταγκαλιασμένοι στο δωμάτιο και ένα φίδι να κρατά στο στόμα ένα μαραζωμένο τριαντάφυλλο. Η ορμητικότητα της νεανικότητας του συγγραφέως σε συνδυασμό με τις σπουδές του έχουν διαμορφώσει έναν αδαμάντινο χαρακτήρα, ο οποίος έρχεται σε αντιπαράθεση με το κοινωνικό κατεστημένο, περιδιαβαίνοντας τον πολιτισμό, τις μεταφυσικές και υπαρξιακές αγωνίες, έντονα επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Νίτσε, γράφοντας τη μελέτη «Ἀρρώστεια τοῦ αἰῶνος» (Μιράσγεζη, 1997). Εν συνεχεία το έργο του «Ξημερώνει» λαμβάνει έπαινο στον Παντελίδειο Δραματικό Αγώνα. Σύμφωνα με την Μιράσγεζη (1997) ο έπαινος θεωρήθηκε  θρίαμβος  του δημοτικισμού, σε μία εποχή που μαινόταν η μάχη μεταξύ αυτού και της καθαρεύουσας. Ακολουθούν μια μεγάλη σειρά από λογοτεχνήματα, όπως το «Ἔως πότε», το «Φασγά», «Σπασμένες Ψυχές», «Πρωτομάστορας», το τελευταίο μάλιστα βραβεύτηκε στο Λυσσάνειο Διαγωνσιμό. Ακολούθησαν τα έμμετρα δράματα «Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης», «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος», «Ὀδυσσέας», «Προμηθέας», «Κοῦρος», «Σόδομα και Γόμορα», «Κολόμβος», «Καποδίστριας», «Βούδας», και «Γιαγκ Τσέ». Τα έργα αυτά αν και λαμπρά δεν αποτέλεσαν την καταλυτική δύναμη για να αναγνωριστεί ως μεγάλος συγγραφέας ο Καζαντζάκης (Αλεξίου, Μπήαν, Γλυτζουρής, Τζιόβας & Παπανικολάου, 2006). Ακολούθησαν τα «Πεζά ποιήματα» για να φτάσουμε στα έργο της συγγραφικής ωριμότητάς του την «Ἀσκητική» το 1927 και από εκεί να περάσουμε στο έργο σταθμό, το οποίο συντάραξε τα λιμνάζοντα συγγραφικά απόνερα της εποχής του τη νέα «Ὁδύσσεια», μία πολυδαίδαλη και εκτενής ποιητική σύνθεση 33.333 στίχων, που επέκτεινε τα κατορθώματα και τις περιπέτειες του Ομηρικού Οδυσσέως (Πολίτης, 2009). Αναμφίβολα πρόκειται για ένα μεγαλόπνοο εγχείρημα, το οποίο έλαβε χώρα το διάστημα μεταξύ του 1925 και 1938. Δεκατρία ολόκληρα χρόνια αφιέρωσε ο πολυμήχανος Καζαντζάκης, για να δημιουργήσει τη νέα Οδύσσεια του σύγχρονου ελληνισμού. Αρχικά το έργο του προσεγγίστηκε με δυσπιστία και δέχτηκε αρνητική κριτική από την εν Ελλάδι λογοτεχνική κριτική, προκαλώντας αίσθηση μόνον ο μεγάλος όγκος του. Το έργο του μεταφράστηκε στο εξωτερικό από τον Kimon Friar (αγγλικά) Gustev Concordi (γερμανικά) και από την Jaqueline Moetti (γαλλικά) (Mιράσγεζη, 1997), ολοκληρώνοντας με αυτό το υψηλό δημιούργημα ποιητικής σύλληψης την προσφορά του στην ελληνική ποίηση. Ο σύγχρονος Έλληνας Οδυσσέας απομακρύνεται συνειδητά από την Ιθάκη του, ταξιδεύει αναζητώντας άγνωστους μακρινούς κόσμους, δεικνύοντας την προσωπική προσπάθεια του συγγραφέως να εγκλωβίσει λογικά και να εξηγήσει τις υπαρξιακές αγωνίες της ανθρωπότητας, στην ουσία μέσω του ήρωα του περιπλανιέται με γνώμονα τη φιλοδοξία να αντιληφθεί την βαθύτερη ύπαρξη του όντος. Ο Καζαντζάκης βιώνει τον ρόλο του  ως πανανθρώπινος στοχαστής, ο οποίος επιδιώκει να πορευτεί μέσα από τα λογοτεχνικά έργα του στον δρόμο του Ιδεατού, επηρεασμένος  από τον Γαλλικό Διαφωτισμό (Αρκουδέας, 2015). Σύμφωνα με τον Πολίτη (2009) ο Καζαντζάκης επιδίδεται σε ένα συνεχή αγώνα για την επίτευξη της πλήρους ελευθερίας, ένας αγώνας με κέντρο βάρους την επίτευξη ενός πανανθρώπινου σύγχρονου έπους. H αίσθηση της υψηλής αποστολής του, την οποία νιώθει έντονη, τον αναγκάζει να μελετήσει αριστουργήματα της λογοτεχνίας, έτσι ώστε να έχει την πλήρη εποπτεία και να φέρει εις πέρας το χρέος του προς την ανθρωπότητα (Μario Vitti, 2008). Μετά από αυτό το έργο σταθμό στην ελληνική ποίηση στρέφεται στη σύνθεση μυθιστορημάτων, με τον «Βίος και Πολιτεία τοῦ Ἀλέξη Ζορμπά» να λαμβάνει βραβείο αρχικά στο Παρίσι το 1954 και εν συνεχεία στην Ελλάδα. Ο Ζορμπάς είναι ένας χαρακτήρας απλοϊκός, κοινωνικός αμφισβητίας, επαναστάτης, απολίτιστος. Αξίες και ιδεατά δεν υπάρχουν για αυτόν, το μόνο που υπάρχει είναι το ένστικτο, το οποίο τον βοηθά στην επιβίωση. Ο Καζαντζάκης μαγεύεται από την πληθωρική προσωπικότητά του και καθίσταται στη συνείδηση του ως είδωλο ο Ζορμπάς. Επιθυμεί διακαώς να μοιάσει στον Δράκο – Ζορμπά, αυτόν τον οποίο του γέμισε με θροφή μέσα σε λίγους μήνες όπως λέει τη ψυχή του, κάτι το οποίο δεν κατάφεραν τα βιβλία και οι επιστήμες. Οι ιστορίες του Ζορμπά γοήτευαν τον ψυχισμό του συγγραφέα σε σημείο τέτοιο, ώστε να δηλώνει: «Αν άκουγα τη φωνή του, όχι τις φωνές του, την κραυγή του, η ζωή μου θα ‘χε πάρει πάρει αξία, θα ζούσα μ’ αίμα και σάρκα και κόκαλα, ότι τώρα χασισοπότικα στοχάζουμε και ενεργώ με χαρτί και καλαμάρι». Ακολουθούν τα έργα «Ὁ Χριστός ξανασταυρώνεται» (1948),  «Καπετάν Μιχάλης», «Τελευταῖος Πειρασμός» (1951), «Φτωχούλης τοῦ Θεοῦ» (1953), «Αναφορά στό Γκρέκο». 
Ο συγγραφέας Καζαντζάκης αποτελεί ένα λαμπρό Φάρο για την ελληνική λογοτεχνική παραγωγή και για τον ελληνισμό γενικότερα, αφού κατάφερε να αναδείξει μέσα από την Οδύσσειά του κυρίως, αυτό που αποκαλούμε διαχρονία του ελληνισμού ανά τους αιώνες, δηλώνοντας τρόπω τινά ότι η ελληνική ψυχή είναι παρούσα στην παγκόσμια κοινωνία. Ο ρόλος του, ως εθνικού ποιητή βάρδου μπορεί να μην έλαβε τη δέουσα προσοχή στα χρόνια της ζωής του, αλλά εκτιμήθηκε κατά πολύ περισσότερο μετά τον θάνατό του. Η ακατάπαυστη εργατικότητα, η πληθωρική φαντασία του σε συνδυασμό με το ταλέντο του, αποτέλεσαν τις «πρώτες ύλες» με τις οποίες δομούσε τα έργα του (Μιράσγεζη,  1982). Το τέλος της ζωής του ήρθε στις 26 Οκτωβρίου του 1957 στο Φράιμπουργκ, επιτάσσοντας τον νόστο στην αγαπημένη του πατρίδα την Κρήτη, τελευταίο και αιώνιο κοιμητήρι της μνήμης του (Μιράσγεζη, 1982). Η σωρός του μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο, όπου έλαβε χώρα το λαϊκό προσκύνημα προς το πρόσωπό του, καθιστώντας την επικήδειο ακολουθία τόσο ευκλεή, όπως άρμοζε σε έναν γενναίο υπερασπιστή διαχρονικών αξιών της ανθρωπότητας. Ελεύθερος καθώς ήταν, έτσι πορεύτηκε και στην τελευταία κατοικία του επιθυμώντας να αναγράφεται στο μνήμα του: «Δεν φοβούμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι λεύτερος».



Βιβλιογραφία:
Πολίτης, Λ. (2009). Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
Vitti, M.  (2008). Iστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήνα: Οδυσσέας.
Αρκουδέας, Κ. (2015). Το χαμένο Νόμπελ. Μία αληθινή ιστορία. Αθήνα: Καστανιώτης.
Μιράσγεζη, Μ. (1982).  Νεοελληνική Λογοτεχνία. Αθήνα.

Σταύρου, Π. (1997). Χρονολόγιο της ζωής και του έργου του, Καθημερινή Επτά ημέρες, Κυριακή 2 Νοεμβρίου 1997.
Στυλιανός Αλεξίου, Πήτερ Μπήαν, Αντώνης Γλυτζουρής, Δημήτρης Τζιόβας, Δημήτρης Παπανικολάου, (2006). Νίκος Καζαντζάκης: Το έργο και η πρόσληψή του. Ηράκλειο: Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας.

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Τα πρώτα χελιδόνια της άνοιξης

Η φυγή από την καθημερινή τύρβη γίνεται σκοπός, όταν τα αδιέξοδα φαντάζουν ανίκητα. Το σκοτεινό παρόν δε δύναται να ρίξει φως στα καταχωνιασμένα μαργαριτάρια. Τα πρώτα χελιδόνια φάνηκαν, αποζητώντας μανιωδώς την άνοιξη, αλλά οι  χειμωνιάτικες ημέρες συνεχίζονται και σφυροκοπούν κάθε υφέρπουσα ύπαρξη. Τι θα απογίνουν τα δύσμοιρα χελιδόνια δίχως άνοιξη; Ποιος θα υμνήσει την ανθρωπιά και τη μεγαλοφροσύνη; Ποιος θα απεμπολήσει την κοινωνική αδικία; Ποιος θα αναζητήσει την ειρήνη, αν αυτό δε γίνει από τα χελιδόνια; Επεκτείνοντας τη φράση του Δροσίνη: «Και στης ζωής τους άγριους χειμώνες, αλκυονίδες μέρες καρτερώ…» καρτερώ και τα χελιδόνια που θα φέρουν μαζί τους την άνοιξη.

Ο οδοστρωτήρας της μικροπολιτικής και της σαθρής νοοτροπίας που επικαλείται η πρώτη, έχει καταβαραθρώσει κάθε δημιουργική πρωτοβουλία. Η αναλγησία, η διαφθορά και η ανευθυνότητα αναδείχτηκαν σε αξίες ζωής, ύψωσαν ένα τείχος σε οποιαδήποτε υγιή αντίδραση και υπονόησαν ότι το τέλμα αποτελεί στόχο της ζωής. Η οκνηρία αναχαίτισε κάθε προσπάθεια δημιουργίας νέων ιδανικών.

Μα ξάφνου μεταξύ των πολλών χελιδονιών που επαναπαύτηκαν στην ιδέα της καθυστέρησης ή ακόμα χειρότερα στην παντελή αδιαφορία τους για έλευση της ζωογόνας άνοιξης, ένα μικρό χελιδόνι, ασθενικό καθώς ήταν, μα με καθαρή ματιά πέταξε υψηλότερα από τα άλλα βγάζοντας μία εκκωφαντική κραυγή. Κραυγή απελπισίας θα ήταν σκέφτηκαν και δεν έδωσαν σημασία, μα ήταν μία προσευχή, ένα παραλήρημα για επιστροφή της άνοιξης, αυτής που λησμονήθηκε. Φορτισμένο με μια τεράστια εσωτερική δυναμική, έτοιμη να μετατραπεί σε αναγεννητική δράση για την ανάταση, αυτό το ασθενικό χελιδόνι αποβαίνει ο προφήτης της γενιάς του, ο γνήσιος εκφραστής της ιστορικής συνείδησης, αγωγός της εθνικής ευθύνης. Όμως η απογοήτευσή του είναι ηχηρή, καθώς τα αναγεννητικά του οράματα δε βρίσκουν έφορο έδαφος, δε συνεγείρουν τα πλήθη, αλλά ακουμπούν το επίστρωμα της αδιαφορίας, αυτό που συνεπάγεται υποταγή. Ο ψυχικός κόσμος του κλυδωνίζεται και ωθείται σε εσωτερίκευση της κρίσης, η οποία το αρρωσταίνει ακόμη περισσότερο. Η απόκριση των άλλων χελιδονιών στο θέαμα, αποκρουστική και σαρκαστική: «Κοίτα το ψωριάρικο θέλει να μας κάνει και μαθήματα ηθικής», μη δυνάμενοι να δουν το σκότος στο οποίο είχε περιπέσει η ψυχή τους. Η οξύτατη εναντίωση και η αποξένωση από τον κοινωνικό περίγυρο, η άρνησή του να δεχτεί τον λήθαργο και την απαθλίωση των προτύπων της ανθρωπιάς και της κοινωνικής απελευθέρωσης, το στοχοποιούν ακόμη περισσότερο. Το πραγματικό όνομα του χελιδονιού αυτού είναι «Ποιητής». Ο ποιητής έξοχος ενορχηστρωτής της ποιητικής τέχνης, καταφέρνει να συγκεράσει αντίθετες ροπές και να αναδειχθεί ως ο πνευματικός ταγός, που παράλληλα εκπροσωπεί τις οικουμενικές αξίες και τα υψηλά ιδανικά. Από τις νέες αξίες που προβάλλει ο ποιητής, κρίνονται αναντικατάστατες η λογική, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, στην προσπάθεια για την εθνική ανάταση και την κοινωνική πρόοδο, αντιστρατευμένες στη φαυλότητα και τη διαφθορά, οι οποίες κρύβονται πίσω από τα σύννεφα του βαρύ χειμώνα, του οποίου η ώρα έχει έρθει προ πολλού να παρέλθει και τη θέση του να λάβει η δύσμοιρη άνοιξη, η πνευματική τροφός των χελιδονιών. Η άνοιξη είναι η Παιδεία, της οποίας η συμβολή θεωρείται καθοριστική για την πνευματική και κοινωνική ανόρθωση της πατρίδας. Αλλά δυστυχώς ένα χελιδόνι δε φέρνει την άνοιξη!