Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

Η διαφύλαξη της Αρχαιοελληνικής Γραμματείας

 
Μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, αλλά δεν είναι, πως τα αρχαιοελληνικά γραπτά κείμενα με όλη τη σοφία που κουβαλούν μέσα τους, αποτέλεσαν το στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο δομήθηκε το οικοδόμημα του Δυτικού πολιτισμού. Ο εκπολιτισμός της Δύσης τελεσφόρησε χάρις στο υπόστρωμα που προσέφερε απλόχερα ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός με την ανάδειξη του ανθρώπινου στοιχείου ως το πολυτιμότερο διαμάντι.
Επισκοπώντας την αρχαιοελληνική γραμματεία δεν προσδοκούμε να χαράξουμε σταθερά όρια, αλλά να προτάξουμε την υψίστης σημασία που είχε η διαφύλαξη των γραπτών κειμένων για την  ανθρωπότητα. Τα έργα της ώριμης ακμής της ελληνικής λογοτεχνίας με τα οποία και ξεκινά το μακρύ ταξίδι της στο χωροχρόνο, είναι τα Ομηρικά έπη. Αν δεν είχε διασωθεί η Οδύσσεια του Ομήρου, πώς ο σύγχρονος λογοτέχνης Καζαντζάκης θα συνέχιζε την Οδύσσεια δίνοντας νέα πνοή στο έργο; Η Καζαντζακική Οδύσσεια αναφέρεται σε έναν αντιήρωα Οδυσσέα, που φοβισμένος  περιπλανάται για την εύρεση της αθανασίας. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι τα βαθυστόχαστα ερωτήματα του σύγχρονου έργου είναι αν η ύλη προηγείται του πνεύματος ή αντίστροφα, και ποιος κυβερνά τον κόσμο, ερωτήματα που βασανίζουν την ανθρώπινη διανόηση από τα αρχαία χρόνια, τωόντι. Οι βάρβαροι μετά μανίας θεωρούν ότι ο κόσμος κυβερνάται από την ύλη - χρήμα, με την αντίθετη άποψη που αποτελεί επιστέγασμα της αρχαιοελληνικής σοφίας, ότι το πνεύμα, δηλαδή η βούληση, υπερνικά και τέλος αναδεικνύεται νικητής στο πεδίο της μάχης.
Ας παρατηρήσουμε διαμέσου της οξυδερκούς ματιάς του Albin Lesky και το βιβλίο του «Ιστορία της Αρχαιοελληνικής Λογοτεχνίας» τον τρόπο γραφής και τις δυσκολίες καταγραφής των αρχαιοελληνικών λογοτεχνικών έργων για να κατανοήσουμε και τα κωλύματα που υπήρχαν στη διάσωσή τους, αφού αρκετά από αυτά τα έργα δεν έχουν διασωθεί.
Το αρχαίο βιβλίο που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες ως πολύ αργά στην αρχαιότητα, ονομαζόταν κύλινδρος (αποτελείται από περισσότερο από ένα φύλλο παπύρου – τεχνογνωσία ερχόμενη από την Αίγυπτο). Ωστόσο, η φθαρτότητα του υλικού δεν μας έδωσε τη δυνατότητα να έχουμε το αρχικό κείμενο του συγγραφέα, παρά μόνον αντίγραφα. Σε αυτή την πρώιμη μορφή γραφής, το βιβλίο ξεκίνησε να χρησιμοποιείται στην Αθήνα τον 5ο  π.Χ.,  όταν και έγινε πνευματικό κέντρο της ελληνικής ζωής. Ο Λυκούργος θέσπισε νόμο κατά τον 4ο  π.Χ. να αντιγράφονται κείμενα των Μεγάλων Τραγικών, καθώς εξέλειπε η φύλαξη των πνευματικών έργων. Επίσης ζοφερό παράγοντα εκείνης της εποχής αποτέλεσε το γεγονός, ότι τα ομηρικά κείμενα παραποιήθηκαν, καθιστώντας τοιουτοτρόπως επιτακτική την ανάγκη για προστασία των κειμένων της αρχαιότητας. Καθοριστικά συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι. Υπό την εξουσία του Πτολεμαίου Α΄ ιδρύθηκε στην Αλεξάνδρεια το Μουσείον, χώρος επιστημονικής φιλολογικής εργασίας, με σκοπό να αποκατασταθούν  πιθανές διαστρεβλώσεις, να προστεθούν  ερμηνευτικά σχόλια και εντέλει να διαφυλαχτεί η αρχαιοελληνική σοφία. Ακόμη οργανώθηκε και λειτούργησε μία Βιβλιοθήκη συνεπικουρική στο Σεράπειο. Η καταστροφή, όμως, των συγγραμμάτων από το κάψιμο της Βιβλιοθήκης της Περγάμου,  είχε ως αποτέλεσμα να αποτεφρωθεί μεγάλος όγκος βιβλίων και ότι απέμεινε να μεταφερθεί στη Βιβλιοθήκη στο Σεράπειο, που η λειτουργία της τερματίστηκε το 391 μ.Χ. με τις πρωτοβουλιες του Πατριάρχη Θεόφιλου. Το ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική Γραμματεία χανόταν με το πέρασμα των χρόνων, ωστόσο, αναθερμάνθηκε ελαφρώς με τον Αττικισμό και τη δημιουργία της Δεύτερης Σοφιστικής επί της βασιλείας των Αντωνίνων. Μία ουσιασιαστική τομή που επέδρασε αρνητικά ως προς το να  διασωθούν  τα παλαιότερα βιβλία, ήταν η σταδιακή μετατροπή των έργων από κύλινδρο σε κώδικα, δηλαδή, απέκτησαν σταδιακά τη μορφή του σημερινού βιβλίου. Αυτή η μεταβολή, ξεκινώντας τον 1ο αιώνα μ.Χ,, τελειώνει τον 4ο αιώνα  μ.Χ. με την  εξ΄ ολοκλήρου επικράτηση  του κώδικα. Υπήρξε, λοιπόν, ένας αφορισμός του παλιού υλικού γραφής,  με αποτέλεσμα καθετί που δεν ταίριαζε σε αυτή την μεταβολή να χάνεται.
Εν συνεχεία, μία αμυδρή φιλολογική ενασχόληση με την αρχαιοελληνική Γραμματεία συνέβη στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ., για να περάσουμε στις σκοτεινές εποχές του 7ου και 8ου αιώνα μ.Χ, όπου ήταν σχεδόν ανύπαρκτη η πνευματική ενασχόληση. Η εξέχουσα και λαμπρή προσωπικότητα του Πατριάρχη Φωτίου τον  9ο αιώνα μ.Χ., έφερε έναν φρέσκο αέρα Αναγέννησης, έναν «δεύτερο Ελληνισμό», όπως τον χαρακτήρισαν οι Βυζαντινοί, που τόσο πολύ είχε ανάγκη η αρχαιοελληνική λογοτεχνία. Η κίνηση του Φωτίου συνέπεσε και με την αλλαγή της γραφής από Κεφαλαιογράμματη σε Μικρογράμματη, με πρώτο δείγμα το Ευαγγελάριον του Ουνσπένσκη (835 μ.Χ.). Έτσι αντιγράφηκαν όσα κείμενα αρχαίων συγγραφέων θεωρήθηκαν σκόπιμο να φυλαχθούν σε επισεσυρμένη μορφή γραφής. Ο Dain, σύμφωνα με τον Albin Lesky,  «κάνει την πολύ πιθανή σκέψη, ότι το νέο αντίγραφο το φύλαγαν σε μία νέα Βιβλιοθήκη, όπου, όπως γινόταν με τα διορθωμένα κείμενα των Αλεξανδρινών, χρησίμευε για πρότυπο σε άλλες αντιγραφές». Δυσάρεστη στιγμή για την τύχη των σωζόμενων κειμένων, αποτέλεσε η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, ενώ στη Θεσσαλονίκη συνεχίστηκε η φιλολογική προσπάθεια, όταν το 1280 με πρωτοστάτη τον Μάξιμο Πλανούδη ξεκίνησε και στην πρωτεύουσα μία νέα πνευματική δραστηριότητα. Τον 13ο αιώνα μ.Χ. η Δύση, με στυλοβάτη την Ιταλία, είχε ξεκινήσει αντίστοιχες προσπάθειες, με τις πολιτιστικές επαφές Βυζαντίου και Ιταλίας να είναι στο ζενίθ. Σοφοί της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπως ο Χρυσολωράς, μετέφεραν ελληνικά χειρόγραφα στη Βιβλιοθήκη της Ιταλίας, με τη Βατικανή Βιβλιοθήκη να αριθμεί κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ. περίπου 300. Ειδικά, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η πολιτισμική πνευματική δραστηριότητα περνά στη Δύση. Τη σκυτάλη, λοιπόν, πιάνει η Ιταλία, με τις βιβλιοθήκες της (Βατικανή, Αμβροσιανή, Μαρκιανή, Λαυρεντιανή )να διαφυλάττουν τα χειρόγραφα της ελληνικής αρχαιότητας, κρατώντας ζωντανό τον Ελληνικό πολιτισμό και τη λογοτεχνική κληρονομιά, πάνω στην οποία χτίστηκε ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.